Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Η γυναίκα και ο καπιταλισμος

Ειναι ο καπιταλισμος, ηλιθια                                                   

Για τη βία κατά των γυναικών και την εικόνα της γυναίκας σήμερα, που συζητιέται όλο και πιο συχνά
Η εικόνα της γυναίκας
Ποια είναι τα πρότυπα που κάθε γυναίκα πρέπει να προσδοκά την προσέγγισή τους για να παίρνει τα εύσημα από την κοινωνία σήμερα; Ας πάρουμε τα πρότυπα μιας δυτικής κοινωνίας και την προϋπόθεση ότι μιλάμε για μια έως μέση κοινωνική τάξη. Η γυναίκα ως νέα και ελεύθερη μπορεί πλέον στις μέρες μας να βγαίνει μόνη από το σπίτι. Μπορεί, επίσης, να κοινωνικοποιείται, ωστόσο με τρόπο που δεν ξεφεύγει από ο, τι θεωρείται ηθικό, χωρίς ποτέ να το παρακάνει γιατί μετά θα τα θέλει ο κώλος της, άμα της την μπει άσχημα κανένας «άντρας είμαι κι εγώ, τι να’ κανα». Ως σύζυγος, έχει βρει πια το απάγκιο λιμάνι της και εκεί τα πράγματα σοβαρεύουν. Είσαι στον προθάλαμο προς την μητρότητα. Και η μητρότητα σημαίνει το εξής ένα: Η μητέρα απαγορεύεται να είναι και γυναίκα με ερωτικές επιθυμίες (Θυμάμαι, μια φορά είχα κάνει έναν συμφοιτητή μου να κλάψει λέγοντάς του ότι η μάνα του δεν είναι παρθένα). Η γυναίκα, σ’ αυτήν την περίπτωση, μπορεί να δουλεύει για να βοηθά την οικογένεια, αλλά δεν είναι αυτό κάτι βασικό για τον κοινωνικό της ρόλο. Η φροντίδα της οικογένειας θα της δώσει αξία και αυτή είθισται να υποκαθιστά και την ερωτική της ζωή.
Η κυρίαρχη ιδεολογία θέλει συγκεκριμένη οικογενειακή ηθική με μία ισχυρή φιγούρα πατέρα – αρχηγού, όπως και κοινωνία. Οι επιθυμίες των ανθρώπων καταπιέζονται και ενοχοποιούνται. Αυτές ή θα υποκατασταθούν ή θα γίνουν κρυφές διαστροφές, απ’ αυτές  που εάν κάτι μαθευτεί όλοι θα πέσουν από τα σύννεφα για το σεβάσμιο πρόσωπο που μπορεί να τις εξασκούσε. Και όσον αφορά τα υποκατάστατα, η φιγούρα της γυναίκας ως αντικείμενο επιθυμίας γίνεται η εικόνα ενός άψυχου εμπορεύματος, άξιου ή μη να καταναλωθεί. Οι κοινωνικά και κατ’ επέκταση ερωτικά καταπιεσμένες γυναίκες, συμμετέχουν συνήθως στην παρασκευή και την αναπαραγωγή των κλισέ αυτών. Εάν δεν το κάνουν, είναι ανήθικες και ανάξιες σεβασμού, ή στρίγγλες που δεν μπορούν να βρουν άντρα να της κανονι(κοποιή)σει. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Η γυναίκα ως ιδιοκτησία
H διαδικασία που γέννησε και αναγεννά τις προϋποθέσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής δεν αφορά μόνο στην βίαιη οικειοποίηση του φυσικού ή δημόσιου χώρου ως προσωπική ή κρατική ιδιοκτησία. Η κύρια προϋπόθεση ήταν και είναι η δημιουργία ενός ολοένα αυξανόμενου τμήματος του πληθυσμού το οποίο δεν έχει άλλη διέξοδο για να επιβιώσει από την πώληση του σώματος και του νου του, το λεγόμενο εργατικό δυναμικό. Έτσι, χτίστηκαν οι βιομηχανικές επαναστάσεις, έτσι αναπτύσσονται οι υπανάπτυκτες χώρες, έτσι απειλείται με περεταίρω ανάπτυξη ο, τι έχει μείνει ζωντανό από το πέρασμά της.
Έτσι, και οι γυναίκες οριοθετήθηκαν και οριοθετούνται εκ νέου, όποτε αυτό είναι απαραίτητο. Ο αφανισμός των γυναικών που αρνήθηκαν να κανονικοποιηθούν προς χάριν του προχωρήματος της μηχανής κατά τον Μεσαίωνα, το κυνήγι των μαγισσών -με την στήριξη όχι μόνο της θρησκείας αλλά και της νεοαναδυόμενης κεντρικής επιστήμης, για όσες γυναίκες κατείχαν και διέθεταν στην κοινωνία γνώσεις επί του γυναικείου σώματος και όχι μόνο, εγκαθίδρυσε τη νέα ορθολογικότητα και κανονικότητα. Η γνώση τους, κοινωνική και αποκεντρωμένη, θα έδινε όπλα σε όλους τους ανθρώπους, κάτι που τα νέα καθεστώτα δεν μπορούσαν να ανεχθούν. Τι θα γινόταν, φερ’ ειπείν, εάν οι γυναίκες είχαν έλεγχο επί του σώματός τους και εν τέλει του κοινωνικού τους βίου; Πώς θα αναπαράγονταν εργατικά χέρια και ακρωτηριασμένες συνειδήσεις για το καλό της κεφαλαιοκρατικής εποχής που έμελλε να ανατείλει; Οι γυναίκες έπρεπε να εργασθούν αμισθί και να κλειστούν στο σπίτι ως εκκολαπτικές μηχανές για την αναπαραγωγή της αναλώσιμης εργατικής μάζας.
Η νέα ιστορική περίοδος χρειαζόταν μία νέα ιδεολογία που θα κατέστειλε την ελευθεριότητα της υπαίθρου και θα καθόριζε την επιτρεπόμενη και τη μη επιτρεπόμενη χρήση του σώματος του βίαια προλεταριοποιημένου πληθυσμού. Αυτό άλλωστε επαναλαμβάνεται κάθε φορά που η ανάπτυξη χρειάζεται νέο ζωτικό χώρο. Κάποτε το λέγαμε αποικιοκρατία, σήμερα το λέμε ειδικές οικονομικές ζώνες και κίνητρα για νέες επενδύσεις – δεν πολυέχει σημασία.  Η ιδεολογία αυτή ντύνει ηθικά τη θέση αυτή της γυναίκας και όποια πάει να ξεφύγει, θα πρέπει να τιμωρηθεί. Η πατριαρχεία δεν εμφανίσθηκε σαφώς στους πρόποδες του καπιταλισμού. Ωστόσο, τώρα θα γίνει σημείο του καταμερισμού εργασίας που εμποτίζει όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής με χαρακτήρα όχι επεισοδιακό, όπως άλλωστε και η εμπορευματική μορφή.
Οι νέες εργασιακές και συνεπαγόμενες κοινωνικές σχέσεις εγκαθιδρύθηκαν με τη βία, αλλά δε θα μπορούσαν να επιβιώσουν αν έπρεπε να ασκούν φυσική βία συνεχώς. Ο έλεγχος του γυναικείου σώματος έπρεπε, λοιπόν, να γίνει μέρος της κανονικότητας και να θεωρηθεί ως κάτι φυσικό. Οι δημόσιες νεκροψίες εκτελεσμένων «επικίνδυνων» για την κοινωνική συνοχή γυναικών αποδείκνυε κάθε φορά ότι δεν ήταν φυσιολογικές. Οι Ευρωπαίοι αποικιοκράτες σκότωναν και βίαζαν, αφού είχαν επιστημονικά αποδείξει ότι οι ιθαγενείς δεν ήταν άνθρωποι, ή ήταν κατώτεροι άνθρωποι που έπρεπε για το καλό τους να εκπολιτιστούν. Οι σύγχρονοι Έλληνες τρομοκρατούνται και κοιτούν με αποτροπιασμό κορίτσια που εκτίθενται στα ΜΜΕ από τους κρατικούς λειτουργούς ως δημόσιος κίνδυνος. Ήταν, λέει, μη κανονικές – άστεγες, ναρκομανείς και οροθετικές και πουλούσαν τον εαυτό τους χωρίς να έχουν ελεγχθεί ως ασφαλές προς κατανάλωση εμπόρευμα από κάποιους άντρες – καταναλωτές.
Η γυναίκα αποξενώθηκε από το σώμα και τη σεξουαλικότητά της, από την παραγωγική της δημιουργικότητα και δυνατότητα. Η γυναίκα αποκλείεται στην ιδιωτική σφαίρα του σπιτιού, η εργασία της απαξιώνεται, η οικονομική της εξάρτηση γίνεται ιδεολογική εξάρτηση και το αντίθετο. Ο, τι συμβαίνει στη σφαίρα της ιδιωτικότητας δεν αφορά την κοινωνία. Λες και η σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων δεν είναι και κοινωνική σχέση. Και όμως, δεν είναι τίποτα άλλο από τον κεντρικό καταμερισμό εργασίας, από τον ρόλο που φοράει σε καθέναν μας ένας κεντρικός σχεδιασμός. Πρόκειται για τις άμισθες εργάτριες – μέλισσες της Αλεξάνδρας Κολλοντάι, υποταγμένες όσο οι ίδιες υπηρετούν την κοινωνική συνοχή του μελισσιού.
Το σώμα εργαλειοποιείται από τη μία για την αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού και από την άλλη φετιχοποιείται ως μορφή εκμετάλλευσης. Αν κάνουμε ένα βήμα πίσω και δούμε λίγο πιο πανοραμικά το κοινωνικό σκηνικό, η γυναίκα εν τέλει ως αντικείμενο – εμπόρευμα που κρίνεται ως καλό ή κακό προς κατανάλωση δεν είναι παρά η προβολή της αστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, η άλλη όψη της εικόνας του εργάτη που πουλά και λιώνει το κορμί και το νου του για ένα ελάχιστο αντίτιμο, όσο πιο ελάχιστο γίνεται όσο προχωρά η αναπτυξιακή μηχανή. Πρόκειται για την αντιπαράθεση της επιβίωσης στην αυτοδιάθεση και την αξιοπρέπεια, αντίθεση που αποθεώνει την ψεύτικη εικόνα έναντι του αληθινού βιώματος.
Τα κοινωνικά κινήματα και η πολιτική ορθότητα
Η θεωρία των γυναικείων κινημάτων, ιδίως στις δεκαετίες ’60 και ’70, υιοθέτησε από τη μεταμοντέρνα φιλολογία ότι το κοινωνικό φύλο και η ταξική θέση αναφέρονται σε διαφορετικές σφαίρες σχέσεων εξουσίας και συνεπώς δεν σχετίζονται στη βάση τους. Γενικά, τα κοινωνικά κινήματα στράφηκαν στην πολιτική πάλη για τη διεκδίκηση δικαιωμάτων, ανεξάρτητα ή και με πλήρη απουσία κριτικής στην παραγωγή και την αναπαραγωγή του συστήματος που γεννά την καταπίεση. Έτσι, δεν μπόρεσαν να δουν στη συνέχεια πως αυτό που έλεγαν πρόοδο αντιστοιχούσε σε μεγάλο βαθμό σε νέα μοντέλα ένταξης των γυναικών στην παραγωγή.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ έδειξε υπέροχα, στο έργο της για τη συσσώρευση του κεφαλαίου, πώς η επιβολή των εμπορευματικών σχέσεων προσκρούει στις μη αλλοτριωμένες κοινωνικές σχέσεις, κάτι που πρέπει να ξεπεραστεί με στρατιωτική και πολιτική βία. Το κεφάλαιο είναι ταξική σχέση και ως ταξική σχέση δεν είναι άλλο από τη διαδικασία που διαχωρίζει τον εργάτη από την ιδιοκτησία των συνθηκών της δικιάς του δημιουργίας, διαδικασία που διαποτίζει όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής. Έτσι, σε κάθε κρίση, αυτό που συμβαίνει δεν είναι σταμάτημα της προόδου (ποιας προόδου;), αλλά εκ νέου εξαπόλυση και βάθεμα της επίθεσης σε ο, τι έχει μείνει ανθρώπινο.
Αν αποϊστορικοποιήσεις τις συνθήκες παραγωγής και αναπαραγωγής της υπάρχουσας πραγματικότητας και, εν τέλει, αν τις αντιμετωπίσεις ως κάτι φυσικό και αιώνιο, μένεις με την προοπτική καλύτερης διαχείρισης του υπάρχοντος. Η μεταμοντέρνα φιλολογία, ως απολογήτρια της νεοφιλελεύθερης αυτοθέσμισης του καπιταλιστικού συστήματος εκμετάλλευσης ως τελευταίας και μη αμφισβητήσιμης πραγματικότητας, πρόσθεσε κάτι ακόμα στη σοσιαλδημοκρατική θεωρία περί καλύτερης διαχείρισης: αποσυνέδεσε την εξουσία από την ιδιοκτησία των μέσων αναπαραγωγής. Είπε ότι οι σχέσεις εξουσίας είναι φυσικές και αιώνιες.
Κάπως έτσι, ο κόσμος νοείται ως ένα κλειστό σύστημα, μία αυτορρυθμιζόμενη μηχανή που τα συστατικά της είναι προκαθορισμένα και το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να τα διαχειριστείς λίγο καλύτερα, αλλά ποτέ να τα αλλάξεις στην ουσία τους και έξω από το σύστημα. Η δομή είναι δεδομένη, λοιπόν, και απομένει η πάλη για τα πρωτεία της διαχείρισής. Σ’ αυτή τη λογική, τα κινήματα ζήτησαν καλύτερη θέση για τις γυναίκες στο ίδιο και το ταυτό σύστημα. Σήμερα, βραβεύονται οι γυναίκες που μπόρεσαν, ενάντια στον κοινωνικό ρατσισμό, να πάρουν τη θέση του εκμεταλλευτή. Από την ίδια λογική απορρέει και η εμμονή στη χρήση πολιτικά ορθής γλώσσας: η γλώσσα, όπως κάθε τι, δεν είναι κοινωνικά κατασκευασμένη, αλλά δεδομένη, δεν είναι προϊόν δεδομένης εξουσίας, αλλά ασκεί η ίδια εξουσία. Έτσι, μπορείς να δέχεσαι το σύστημα εκμετάλλευσης διαμοιράζοντας την ενοχή και την ευθύνη σε όλους, έχοντες και μη έχοντες, κυρίους και δούλους, αλλά αν πεις, ας πούμε, «μουνί», την πούτσισες (Ουπς).
Αυτή η αποστασιοποίηση από τη διαδικασία που γεννά την καταπίεση, καταλήγει στην ατομική προσταγή της αποσύνδεσης από την εξουσία, αφού δεν υπάρχουν πια εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι, αλλά προσωπικός αγώνας για τα δικαιώματα. Έτσι, αντιμετωπίζεις το κράτος ως ουδέτερο ρυθμιστή μεταξύ αποδεκτών συμφερόντων και το αφήνεις να προστατεύει ανενόχλητο, όπως οφείλει, το ρόλο για τον οποίο θεσπίστηκε: την προστασία και την επιβολή των κυρίων έναντι των δούλων. Αυτό που συμβαίνει σήμερα, εννοώντας την αυξανόμενη βία έναντι των αδύναμων, και οι «προοδευτικές δυνάμεις» το προσλαμβάνουν ως οπισθοδρόμηση, είναι ακριβώς αυτό που συμβαίνει κάθε φορά που ο μηχανισμός φρακάρει και χρειάζεται μια εκ νέου πειθάρχηση του σώματος, κοινωνικού και φυσικού, για να αναπτυχθεί εκ νέου. Αν δε βλέπεις αυτό το απλό, τότε αφήνεις τα νομοθετικά όργανα να προασπίζονται τα δικαιώματα, τα ίδια νομοθετικά όργανα που μπορούν να τα αφαιρούν όποτε θελήσουν και όποτε χρειάζεται.
Τελικά, η άποψη για την σεξουαλική απελευθέρωση συνάδει με την αλλαγή που θες να δεις ή να μη δεις στον κόσμο. Θυμάμαι ακόμα το εκπληκτικό επιχείρημα ενός κνίτη φίλου, που υποστήριζε ότι η ομοφυλοφιλία είναι προϊόν της αστικής κυριαρχίας και του καπιταλισμού, γιατί λέει παλιά δεν έβρισκες ομοφυλόφιλους στην εργατική τάξη. Το γεγονός της κοινωνικής καταπίεσης στην απόφαση κάποιου να παραδεχθεί ακόμα και στον ίδιο του τον εαυτό την επιθυμία του, δεν τον απασχόλησε. Πρόκειται για την κοινή αντίληψη πως όσο κάτι δε φαίνεται, δεν υπάρχει. Του εξήγησα πως κατά την άποψή μου, η αντίληψή του αυτή συνδέεται με το γεγονός ότι το ΚΚΕ, όπως και πολλά κομμάτια της αριστεράς wannabe KKE, δε προσδοκά τη διάρρηξη της ετερόνομης εργασίας και της αυτοκατάργησης της εργατικής τάξης, αλλά απλώς την αιώνια αναπαραγωγή της εργατικής τάξης από «κανονικούς» άντρες και γυναίκες, το ίδιο μοντέλο ετερόνομης εργασίας με διαφορετικό πρόσημο. Δεν συμφώνησε ασφαλώς, αλλά δέχθηκε την άποψή μου, καθώς η γραμμή του κόμματος είναι να σεβόμαστε τις γυναίκες ως μάνες και εργάτριες. (Να σας πω την αμαρτία μου, ψιλοανέχομαι περισσότερο τον Κνίτη, από τον life-style αναρχικό που θεωρεί ότι σεξουαλική απελευθέρωση σημαίνει να πηγαίνεις σε μπουρδέλο χωρίς να πληρώνεις: ίδιες παραγωγικές σχέσεις – ίδιες σχέσεις εξουσίας – διαφορετικό οικολογικό περιτύλιγμα).
Απενοχοποίηση τώρα
Η ανεξάρτητη γυναίκα είναι είτε ανήθικη, είτε στρίγγλα (είτε πουτάνα, είτε αγάμητη, δηλαδή). Αν θέλει να φερθεί συνετά και «κανονικά», πρέπει να προδώσει την επιθυμία. Πρέπει να μείνει εξαρτημένη, να βρει την ηδονή στον μαλάκα που θα την προστατεύει και θα την τιμωρεί, όποτε πρέπει, πάντα για το καλό της, όπως ο μικροαστός χρειάζεται το κράτος και το αφεντικό του και όπως ο πιστός χρειάζεται ανθρωποθυσίες για να δοξάσει τον Κύριο.
Η απελευθέρωση της γυναίκας σημαίνει απελευθέρωση όλης της ανθρωπότητας, αλλιώς δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Ο αγώνας ενάντια στην εργαλειοποίηση του γυναικείου σώματος ως εργάτριας, ως μητέρας και συζύγου, ως νοικοκυράς ή ως πόρνης, μπορεί μόνο να είναι και αγώνας για την απελευθέρωση του ανθρώπινου νου και σώματος από την πραγμοποίηση της ετερόνομης εργασίας, μπορεί να είναι μόνο και αγώνας ενάντια στην καθυπόταξη κάθε τι φυσικού σε αποτιμήσιμα και εκμεταλλεύσιμα αντικείμενα προς χρήση.
Δεν είναι, άραγε, η καταπίεση και η βία ενάντια στις γυναίκες, η βία ενάντια στον ομοφυλόφιλο επειδή τολμά να επιθυμεί ο, τι έχει θεσπιστεί ως μη κανονικό; Δεν είναι η βία ενάντια στον φτωχό ή η βία ενάντια στον μετανάστη, που για την κατάστασή του φταίει η κατώτερή του φύση; Δεν είναι τελικά η βία ενάντια στον εργάτη; Και όσο δώρο είναι για το κεφάλαιο ο εργάτης να μη συμμαχεί με, πόσο μάλλον να μη δέχεται, τον μετανάστη, άλλο τόσο είναι να μη συμμαχεί με τη νοικοκυρά ή την πόρνη, με τον ομοφυλόφιλο ή γενικά τον περιθωριοποιημένο, με αυτόν που «η φύση του είναι να είναι κατώτερος ή μη κανονικός». Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για τη μάχη της επανοικειοποίησης του σώματος, της δημιουργικότητας του νου, της επιθυμίας ενάντια στην αποξένωση. Δε θέλουμε να είμαστε φυσιολογικοί και κανονικοί, θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι άνθρωποι, χωρίς προπατορικά αμαρτήματα και ενοχές, με ελεύθερη δημιουργία και έρωτα.  Και αυτό δε θα γίνει με μια νέα εξέγερση των λουλουδιών, αλλά με ταξική επανάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Αναγνώστες