Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

«Το σεξ είναι βρόμικο μόνο όταν γίνεται σωστά.»


Η κρυφή γοητεία του σεξισμού


willy-van-rooy-in-daniel-hechter-photo-by-helmut-newton-for-vogue-paris-february-1971
«Οι υπερβολές στη σεξουαλική ζωή είναι ένα σημάδι της αποσύνθεσης της μπουρζουαζίας.»
Βλαδίμηρος Ίλιτς Λένιν
«Το σεξ είναι βρόμικο μόνο όταν γίνεται σωστά.»
Γούντυ Άλλεν
«Στις σεξουαλικές μου φαντασιώσεις, κανένας δεν μ’ αγαπάει για το μυαλό μου.»
Nora Ephron
«Το σεξ είναι ένας από τους εννέα λόγους για μετενσάρκωση. Οι υπόλοιποι οκτώ είναι άνευ σημασίας.»
Henry Miller
«Κάτω από τον ομφαλό δεν υπάρχει ούτε θρησκεία ούτε αλήθεια.»
Ιταλική παροιμία

(Πρελούδιο: Σε προηγούμενο κείμενο κάποιος σχολιαστής συμπέρανε αυθαίρετα ότι ο υποφαινόμενος Γελωτοποιός ζητάει την επιείκια των αναγνωστών, για τις αυθαιρεσίες του και τους (συχνά λανθασμένους ή υπερβολικούς) στοχασμούς του, χωρίς να αναφερθούμε στις αντιφάσεις.
Μέγα λάθος. Γράφω ό,τι θέλω να γράψω, χωρίς φόβο, αλλά με πάθος. Όποιος θέλει διαβάζει τα κείμενα, κι όπως θέλει τα κρίνει, ελεύθερα.
Είναι πολλά πράγματα στη ζωή με τα οποία συμβιβαζόμαστε, για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ζούμε. Ε, λοιπόν, στην τέχνη μας και στη σκέψη μας, θα κάνουμε ό,τι θέλουμε, χωρίς κανένα συμβιβασμό, χωρίς αυτολογοκρισία.
Τίποτα δεν πρέπει να απαγορεύεται στην έκφραση της άποψης, γιατί όλα είναι απόψεις της αλήθειας, αλήθεια δεν υπάρχει.)

Καθώς η γλώσσα που μιλάμε φτωχαίνει, μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε αφειδώς και άστοχα κάποιες λέξεις με κατάληξη σε -ης που είναι πολύ της μόδας: Λαϊκιστής, φασιστής (ο φασίστας, όπως το έγραφε ο Καζαντζάκης), αντικομμουνιστής, εθνικιστής, σεξιστής κ.α.
Έτσι ξαφνικά, ζώντας τη φυλετική αχρωματοψία που τόσο αγαπάει η Τ.Ι.Ν.Α., όποιος αναφέρεται σε φυλή και χρώμα, θεωρείται ρατσιστής (κι ο Μάλκολμ Εξ, που έλεγε τους ομόφυλους του νέγρους, ήταν ο μέγιστος).
Όποιος μιλάει για πατρίδα, ακόμα κι αν είναι ο Ελύτης, γίνεται αυτομάτως εθνικιστής.
Όποιος αναφέρεται στα εγκλήματα του κράτους του Ισραήλ είναι αντισημιτιστής, κι εκείνος που δεν έχει τον «πατερούλη» Στάλιν για εικόνισμα είναι αντικομμουνιστής.
Όποιος θίγει το παράλογο οικονομικό σύστημα του νεοφιλελευθερισμού είναι λαϊκιστής κι όποιος αμφιβάλλει για την εναλλακτική «ιατρική» είναι εύκολο θύμα ή συνένοχος των φαρμακευτικών εταιρειών -κορπορατιστής.
Όποιος εκφράζει μια γνώμη με την οποία διαφωνούμε είναι πάντα φασίστας (φασιστής, κύριε Νίκο), είτε έρχεται απ’ τ’ αριστερά είτε απ’ τα δεξιά, είτε απ’ το κέντρο.
Κι ας μην αναφερθούμε στις θρησκείες, όπου το -ισμός του καθενός έχει πάντα το πρόσωπο του Αληθινού Θεού (τόσοι πολλοί αληθινοί θεοί υπάρχουν ή μήπως είναι μόνο θεϊσμός;)
~~
Μα η καινούρια μωρία του διαδικτύου είναι η απόδοση του Ύψιστου Παράσημου του σεξιστή.
Αυτό το παράσημο το παίρνουν μόνο άντρες. Χωρίς να έχει σημασία η πραγματική έννοια της λέξης, σεξιστής χαρακτηρίζεται κάθε άντρας που ανεβάζει τη φωτογραφία μιας γυμνής-ημίγυμνης γυναίκας (ενώ οι γυναίκες που ποστάρουν φωτογραφίες από γεροδεμένους ημίγυμνους πυροσβέστες είναι απλώς απελευθερωμένες).
Δεν χρειάζεται κάποιο σχόλιο, υποτιμητικό για το γυναικείο φύλο. Κατά κάποιο παράξενο τρόπο, ακατανόητο, είναι υποτιμητικό, σεξιστικό, να προβάλεις σεξουαλικά (και μόνο) το γυναικείο σώμα. Λες και πρέπει πάντα να συνοδεύεται η γυμνή φωτογραφία με το πλήρες βιογραφικό.
Καθώς μπερδεύουμε τις έννοιες στο μυαλό μας, ο σεξισμός δεν έχει να κάνει με την νοοτροπία διακρίσεων βάση του φύλου, αλλά γίνεται ένας εύκολος τρόπος για να «στριμώξουμε» όσους άντρες αποθεώνουν το γυναικείο σώμα, έτσι απλά και ξεκάθαρα, χωρίς ν’ ασχολούνται ταυτόχρονα και με την ιστορία του φεμινιστικού κινήματος.
~~
Στην προσπάθεια να γίνουμε πολιτικά ορθοί, κάθε λέξη που θυμίζει σεξ γίνεται το έρεισμα προκειμένου κάποιοι νανοκέφαλοι, θωρακισμένοι σεξουαλικά άνθρωποι, να εκτοξεύσουν τα στεγνά, ανοργασμικά βέλη τους προς κάθε «σεξιστή».
Το διαδίκτυο και η ευρύτερη κοινωνία πολιορκείται και κυριαρχείται από παραφύσιν άτομα, που θεωρούν τη σεξουαλικότητα ως σημάδι παρακμής των ηθών.
Αυτό που είναι τόσο φυσικό όσο το νερό που πίνουμε, το σεξ, είναι πλέον έννοια απαγορευμένη και παρεξηγήσιμη, σαν να ζούμε σ’ έναν κόσμο φτιαγμένο για τους μητροπολίτες (τα κατεξοχήν παραφύσιν άτομα).
Και ξαφνικά, μέσα στο νεοπουριτανισμό που αναδύεται απ’ τα social media, κάθε φωτογραφία του Helmut Newton είναι σεξιστική -ακόμα κι ο Σαραμάγκου σεξιστής αποκαλέστηκε απ’ τους άμουσους.
Πρόσφατα δημιουργήθηκε «σάλος» επειδή το facebook κατέβασε, θεώρησε απρεπή, τη φωτογραφία του κοριτσιού του Βιετνάμ, του κοριτσιού που τρέχει να σωθεί απ’ τις ναπάλμ των Αμερικάνων που έκαψαν τα ρούχα της.
Λίγες μέρες πριν το facebook είχε κατεβάσει ένα δικό μου κείμενο, για τη γενοκτονία των Αμερινδιάνων, επειδή είχα χρησιμοποιήσει μια «γυμνή» φωτογραφία Ινδιάνων του Αμαζονίου, του Sebastião Salgado, του σημαντικότερου εν ζωή φωτογράφου
Κι ένα κείμενο μου που αναφερόταν στην ερωτική μισόγυμνη γυναίκα χαρακτηρίστηκε από κάποια δημοσιογράφο της Αυγής μνημείο μισογυνισμού («Σχεδόν γυμνή είσαι πιο ερωτική»

Είμαι εναντίον κάθε απαγόρευσης, όσον αφορά την ελευθερία έκφρασης. Γιατί αν δεχτείς να απαγορευτεί κάτι (ακόμα και το «Ο Αγώνας μου», του Χίτλερ), δημιουργείται το δεδικασμένο για να απαγορευτεί κάτι άλλο (όπως το «Θεός και Κράτος» του Μπακούνιν ή η «Λολίτα» του Ναμπόκοφ).
Όμως είμαι βέβαιος, ότι η χείριστη απαγόρευση είναι εκείνη της ερωτικότητας, της σεξουαλικότητας.
Γιατί χωρίς ερωτισμό, χωρίς σεξ, δεν μπορεί να υπάρξει ζωή (ούτε όμορφη ζωή).
~~
Για να προλάβω τους κήνσορες, θα πρέπει να παραδεχτώ ότι σύμφωνα με τα μέτρα και τα σταθμά τους είμαι σεξιστής.
Είμαι άντρας, ετεροφυλόφιλος, και με ελκύουν σεξουαλικά οι γυναίκες. Με ερεθίζουν ερωτικά οι γυναίκες.
Πρώτα απ’ όλα είναι η εικόνα τους. Το σώμα τους, ο τρόπος που περπατάνε ή γελάνε (ή μελαγχολούν). Το πρόσωπο τους, μια αδιόρατη λεπτομέρεια που το κάνει μοναδικό.
Ας γίνω πιο «σεξιστής». Μου αρέσουν τα γυναικεία στήθη, έτσι όπως προβάλλονται απ’ το ντεκολτέ ή φαίνονται κάτω απ’ την μπλούζα. Καθένα ζεύγος με την προσωπικότητα του, να χωράει σε ποτήρι σαμπάνιας, μπύρας ή να μη χωράει πουθενά.
Το γυναικείο στήθος είναι ένα δώρο σεξουαλικότητας, δεν είναι μόνο για να θηλάζουν τα μωρά -και τα παιδιά μας. Δεν υπάρχει αρχαίο γλυπτό χωρίς βυζί, θεάς ή θνητής (οι δωδεκαθεϊστές δεν ήταν σεμνότυφοι).
Κι η Θεά της Κρήτης, κυκλοφορούσε γυμνόστηθη στα σοκάκια της Κνωσού.
~~
Αφού το έφτασα ως εδώ ας γίνω ακόμα πιο σεξιστής: Μ’ αρέσει ο γυναικείος κώλος. Πείτε ‘τον «γλουτούς», «οπίσθια», πείτε ‘τον όπως θέλετε. Αλλά το νόημα μένει ίδιο.
Κι αυτός βγαίνει σε χίλια δυο σχήματα. Σαν αχλάδι, σαν μήλο, σαν πεπόνι, σαν κάποιο φρούτο που δεν ξέρεις πώς να το πεις.
Κι είναι ντυμένος με τζην, με κολάν, να διαγράφεται κάτω από τη φούστα, ή με το εσώρουχο-μαγιό να πλαισιώνεται, ή τελείως γυμνός, σε χαμηλό φωτισμό.
~~
Ας γίνω περισσότερο σεξιστής. Μ’ αρέσει το μουνί.
Δεν θα το αποκαλέσω αιδοίο, δε με νοιάζει να είμαι πολιτικά ορθός.
(Το αστείο με αυτούς που έριξαν στην (α)Βουλή φυλλάδια με τη «ρήση» του Σαραμάγκου, είναι ότι δεν τόλμησαν καν να γράψουν τη λέξη πουτάνα. Άφησαν κενό εκεί όπου ο Πορτογάλος κραύγαζε: Πουτάνες! -και φυσικά δεν έβριζε τις μητέρες, αλλά τους πολιτικούς.)
Επιστροφή στο μουνί.
Μ’ αρέσει αυτό το θαύμα που απλώνεται δαντελωτό και πολύχρωμο, με την κλειτορίδα να στέκεται εκεί σαν κοχύλι, που πρέπει να ψάξεις στην αμμουδιά για να το βρεις, μ’ αρέσει και ο λαβύρινθος της εσωτερικότητας, αυτό που ο Χένρι Μίλλερ παρομοίαζε στον Τροπικό του Αιγόκερω με χταπόδι.
Μ’ αρέσει η γεύση του κι η μυρωδιά του, πικραμύγδαλο με αλάτι.
~~
Μ’ αρέσει κάθε εκατοστό απ’ το δέρμα της γυναίκας που αγκαλιάζω. Εκείνο το σημείο στο λαιμό που τη κάνει να γαργαλιέται και το άλλο ανάμεσα στα πόδια της που τη κάνει να βογκάει.
Τα δάκτυλα της και τα μαλλιά της και η βραχνή φωνή της, το πρόσωπο της, οι κόρες των ματιών που διαστέλλονται όταν με κοιτάει.
Εκείνη τη στιγμή, εκείνες τις ώρες, δεν υπάρχουν δύο άνθρωποι, διαφορετικού φύλου (ή και του ίδιου, αν αυτό τους ερεθίζει), υπάρχει μόνο ένας θεός, αρσενικός και θηλυκός μαζί, είμαστε εμείς, χωρίς -ισμούς, χωρίς εγωισμούς, μόνο με απόλαυση.
Εκείνη τη στιγμή δεν ασχολείσαι με τα πτυχία του άλλου, με τις γνώσεις του και με τα επιτεύγματα του στην εργασία ή/και στην τέχνη. Το σεξ είναι ζωώδες, δεν είναι αποτίμηση του βίου του εραστή σου.
~~
Το σεξ είναι σωματικό, ο ερωτισμός είναι πνευματικός.
Αυτό που θα σε κάνει να ερεθιστείς, να ποθήσεις, να ερωτευτείς, μπορεί να είναι κάτι κοινότοπο και συνηθισμένο, όπως ένα μεγάλο στήθος, ένας σφριγγηλός κώλος, δυο γαλάζια μάτια σε όμορφο πρόσωπο, ή κάτι παράξενο, όπως το μικρό κενό στα μπροστινά δόντια, τα μακριά δάκτυλα, το χρώμα απ’ τις θηλές, ο τρόπος που προφέρει τις λέξεις.
Ό,τι και να συμβεί, όπως και να συμβεί, είναι κάτι δικό σου, κομμάτι του ερωτισμού σου.
Εκείνοι κι εκείνες που μιλάνε για σεξισμό όταν βλέπουν ένα γυναικείο γυμνό σώμα, είναι άνθρωποι που σκότωσαν το σεξ, προσθέτοντας -ισμούς σε κάτι τόσο μοναδικό, τόσο προσωπικό, τόσο αρχέγονο.
~~
Ο σεξουαλικός προσανατολισμός και το γούστο του καθενός είναι επιλογή. Κανόνας υπάρχει μόνο ένας: «Αρκεί να συμφωνούν και οι δύο». (Τρεις ή τέσσερις ή πενήντα, ο αριθμός δεν έχει σημασία αν υπάρχει συναίνεση. Αλλά πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο, γιατί αλλιώς είναι μαλακία.)
Και σίγουρα μόνο οι άνθρωποι που έχουν πολλά να κρύψουν, εκείνοι που καταπίνουν την κάμηλο και διυλίζουν τον κώνωπα, οι πουριτανοί, οι ανοργασμικοί, οι ηθικολόγοι, μόνο εκείνοι ενοχλούνται απ’ το γυμνό σώμα -και τις γυμνές λέξεις.
~~
Η φωτογραφία είναι (φυσικά) του Helmut Newton, ίσως του πιο ερωτικού φωτογράφου. Αν αυτός κι ο Milos Manara είναι σεξιστές, όπως κι ο Εμπειρίκος ήταν, τότε πολύ ευχαρίστως θα δεχόμουν να μπω στην παρέα τους -και στις φαντασιώσεις τους.http://sanejoker.info/2016/10/sexism.html

Σάββατο 25 Μαρτίου 2017

μαλάκα μου, άδραξε τη γαμημένη μέρα



Carpe fuckin’ diem         sanejoker


Υπάρχει εκείνος ο χιμαιρικός αφορισμός, εκείνος που λατρέψαμε απ’ τα χείλη του δικού μας Οράτιου, του oh-captain-my-captain Ρόμπιν Ουίλιαμς:
Carpe diem, seize the day, άδραξε την ημέρα, ζήσε το σήμερα σαν να ‘ναι η τελευταία σου μέρα, YOLO!
Το πιστέψαμε όταν ήμασταν νέοι, το πράξαμε και το φωνάξαμε κάποιες μέρες, ειδικά σε στιγμές γλεντιού και αναπάντεχης ευτυχίας, το νιώσαμε όταν κάναμε τις μικρές μας επαναστάσεις, όταν παραιτηθήκαμε μεγαλειωδώς απ’ τη βαρετή δουλειά ή την τοξική σχέση, όταν αγοράσαμε ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για κάπου, φωνάζοντας: Πουτάνα όλα!
Εκείνο το εκρηκτικό carpe diem της πρώτης νεότητας.
Δεν είσαι νέος αν δεν τα ‘χεις κάνει πουτάνα-όλα μια φορά (και δυο και τρεις). Δεν λογίζεσαι ως άνθρωπος με συναίσθημα αν δεν έχεις τρελαθεί κάποτε, αν δεν έχεις αφήσει το σίγουρο και βαρετό για κάτι αβέβαιο μα νόστιμο, αλαλάζοντας: Α γαμηθείτε όλοι σας!
Θα μπορούσε να υπάρχει ένα τεστ, απ’ αυτά που βάζουν στα facebook ή απ’ αυτά που ρωτάει ο μπαρμπα-Πέτρος στις πύλες του Παραδείσου, για να δει αν θα σ’ αφήσει να μπεις ή θα σε στείλει στο limbo (αυτό είναι ένα βαρετό μέρος, σαν αίθουσα αναμονής οδοντίατρου ανάμεσα στην κόλαση και στον παράδεισο. Και κρατάει αιώνια).
QUIZ: Πόσες φορές τα κάνατε πουτάνα-όλα στη ζωή σας:
Ποτέ
Μία φορά
Δύο φορές
Πολλές φορές
Δεν θυμάμαι – Δεν απαντώ
Κι η επόμενη ερώτηση, ίσως η πιο σημαντική, θα ήταν: Πότε ήταν η τελευταία φορά που τα κάνατε πουτάνα-όλα;
~~
Ίσως να φανεί παράξενο στους νεότερους, αλλά καθώς περνάνε τα χρόνια τόσο μειώνονται οι πιθανότητες εμφάνισης αυτής της «τρέλας».
Η σχιζοφρένεια, λένε οι ψυχίατροι, εμφανίζεται ανάμεσα στα 20 και στα 30. Μετά μπορεί να πάθεις κατάθλιψη, κρίσεις άγχους-πανικού κι άλλα διάφορα, αργότερα αλτσχάιμερ, αλλά τη σχιζοφρένεια τη γλίτωσες.
Με τον ίδιο τρόπο οι άνθρωποι τρελαίνονται και τα κάνουν πουτάνα-όλα μέχρι περίπου τα τριάντα-φεύγα. Όχι ότι μετά δεν συμβαίνει, αλλά μειώνονται δραματικά οι πιθανότητες εμφάνισης τέτοιων yolo-επεισοδίων.
Με μια μικρή seize the day αναζωπύρωση στα σαράντα για τις γυναίκες και στα σαράντα πέντε για τους άντρες, αλλά και πάλι σπάνια πρόκειται για δραματικές καταστάσεις (κυρίως είναι μόνο βαμμένα κόκκινα μαλλιά και ύστατη σεξουαλική απελευθέρωση, παλιμπαιδισμοί και γερορόκ συγκροτήματα, μοιχείες και αθλητικά παπούτσια για δρόμους μεγάλων αποστάσεων).
~~
Κάποιος έγραφε ότι κάθε σαραντάρης ανήκει στην οικογένεια του και στο κράτος. Δεν έχει δικαίωμα να τρελαθεί, να τα κάνει πουτάνα-όλα. Πρέπει να δουλέψει για να μεγαλώσει τα παιδιά του, πρέπει να δουλέψει για να πληρώσει τους φόρους και τους λογαριασμούς.
Περιορίζει τα carpe diem του στις ελεύθερες ώρες, που συνήθως δεν είναι πολλές μες στη βδομάδα, και πριν αδράξει τη μέρα πρέπει να κανονίσει το πρόγραμμα του, να το ταιριάξει μ’ εκείνο του/της συντρόφου του, ν’ αφαιρέσει τις υποχρεώσεις των παιδιών, να προσθέσει τις δυνητικές δυσκολίες, να πολλαπλασιάσει με το κλάσμα των υπολειπόμενων χρημάτων, να διαιρέσει με τις επισυναπτόμενες ατυχίες, να υπολογίσει την τετραγωνική ρίζα κάθε κοινωνικής υποχρέωσης και να υψώσει στο τετράγωνο το θυμικό της ημέρας.
Αυτό που απομένει δεν μοιάζει καθόλου με το seize the day του φίλτατου Ουίλιαμς κι Οράτιου. Συνήθως ακούγεται περισσότερο σαν: «Να κάτσω για ένα λεπτό μόνος. Να μην κάνω τίποτα, να μην ακούω κανέναν. Για ένα λεπτό!»
~~
Η επανάσταση τελειώνει λίγο μετά τα τριάντα, στην καλύτερη περίπτωση. Τελειώνει όταν δεν μπορείς να είσαι όπως θες να είσαι, γιατί πρέπει να είσαι έτσι όπως πρέπει να είσαι.
Χώνεσαι ως τ’ αυτιά μες στη κατάσταση (πες τη και ρουτίνα αν θες) που σου παρέχει το φαγητό και τις διακοπές σου. Οι μικρές αποδράσεις σου γίνονται τα νέα YOLO. Πέντε μέρες κάτεργο για μισή μέρα μεθύσι κι έναν κυριακάτικο καφέ. Έντεκα μήνες κάτεργο για δέκα μέρες στη θάλασσα. Και πρέπει να λες κι ευχαριστώ αν σου τυχαίνει.
Καινούριο πλυντήριο (και στεγνωτήριο, τυχερέ;) Βραστήρας και ποτήρια απ’ το ΙΚΕΑ. Smart phone που είναι πιο έξυπνο από σένα αφού το κοιτάς όλη την ώρα, και tablet για το παιδί, για ν’ απασχολείται όσο κοιτάς το facebook.
Διακανονισμός για το αέριο και τη ΔΕΗ (είχαμε κρύο χειμώνα φέτος) και καλαμαράκια (κατεψυγμένα) τηγανητά στην ταβέρνα την Καθαρά Δευτέρα. YOLO!
~~
Κι ύστερα πέφτεις να κοιμηθείς. Κι όταν ξυπνάς… Στην καλύτερη περίπτωση δεν προλαβαίνεις να θυμηθείς τα όνειρα σου. Ή τα θυμάσαι και σε κάνουν να τσαντίζεσαι.
Και ξυπνάς και βλαστημάς και συνεχίζεις. Βλαστημάς που ζεις, βρίζεις που ξύπνησες, αλλά αυτό δεν σου φαίνεται παράξενο, είναι μέρος της ζωής σου.
Βρίζεις που ξύπνησες; Βλαστημάς που είσαι ζωντανός;
Κάτι κάνεις λάθος, δεν μπορεί, κάτι κάνουμε λάθος. Προτού αλλάξεις τον κόσμο, προτού σ’ αλλάξει ο κόσμος, βρες τι δεν σ’ αρέσει στη ζωή σου, τι δεν σ’ αρέσει στον κόσμο. Ξεκίνα με τον εαυτό σου. Χωρίς yolo και carpe diem και seize the day και τους άλλους αφορισμούς.
Γιατί τελικά, κι ίσως λίγο πριν το τέλος, τόσο τελικά, ίσως τότε, τελικά, πέρα απ’ τις ρυτίδες τα περιττά κιλά και τις υποχρεώσεις, πέρα απ’ την κούραση και τ’ ανεκπλήρωτα όνειρα, μετά τους έρωτες που δεν έζησες έτσι όπως θα ήθελες και τα ταξίδια που δεν έκανες, μετά απ’ όλα εκείνα που περιμένεις και περίμενες να κάνουν τα παιδιά σου στ’ όνομα σου, μετά απ’ όλα όσα δεν πέτυχαν κι όλα όσα δεν προσπάθησες καν, μετά κι απ’ αυτά που κυνήγησες κι όσα άφησες να φύγουν, μετά από κάθε yolo και carpe diem και άδραξε τη μέρα που δεν κράτησαν, υπάρχεις εσύ, μπρος στον καθρέφτη, πιο γερασμένος από κάθε άλλη φορά, πιο κουρασμένος απ’ όσο αντέχεις, λίγο πριν το τέλος της παράστασης, και κοιτάς, και χαμογελάς με το φαφούτικο στόμα σου, και λες, ήσυχα, χωρίς εξάρσεις: «Yolo μαλάκα μου, άδραξε τη γαμημένη μέρα.»
Και λίγο πριν τα τινάξεις κάνεις κάτι που ποτέ δεν περίμενες, ούτε κανείς άλλος το περίμενε, ότι θα κάνεις.

Παρασκευή 17 Μαρτίου 2017

Αντίο κι ευχαριστώ για τα ψάρια


γελωτοποιος


Σήμερα, καθώς πήγαινα τον γιο μου στο μάθημα Κουνγκ Φου, άκουσα μια γριά να πλησιάζει στο ανοικτό παράθυρο μιας κρεπερί και να ρωτάει τον νεαρό που δούλευε εκεί:
«Πώς πάει;»
«Ε, πώς να πάει, καλά, τι να λέει…»
«Ζεις;» τον ρώτησε η γριά.
«Τι;»
«Ζεις;»
«Ζω. Δεν με βλέπεις, ζω, τι κάνω;» είπε αυτός ειρωνικά.
«Τότε είσαι μια χαρά», του είπε η γριά κι έφυγε.
Είχα κοντοσταθεί για ν’ ακούσω τη συζήτηση. Ο Τηλέμαχος με σκούντηξε να περπατήσουμε.
~~
Η ζωή μας είναι θέμα εστίασης. Γεννιόμαστε με γιγάντιους μεγενθυντικούς φακούς. Ως μωρά βλέπουμε μόνο αυτό που υπάρχει τώρα-εδώ.
Καθώς μεγαλώνουμε ο κόσμος διευρύνεται, χωρικά και χρονικά.
Εμφανίζεται το βυζί της μάνας και μετά το πρόσωπο της. Έπειτα τα πρόσωπα των άλλων συγγενών, το σπίτι, τα παιχνίδια, η μέρα και η νύχτα.
Ανοίγει ο χώρος, ανοίγει και ο χρόνος. Η γειτονιά, το σχολείο, οι φίλοι, η βδομάδα, οι γιορτές κι οι εποχές, το καλοκαίρι, το υπέροχο καλοκαίρι χωρίς σχολείο.
Κι όλο μεγαλώνει το οπτικό πεδίο. Καταλαβαίνουμε πού ζούμε, σε ποια πόλη-χώρα-εποχή, καταλαβαίνουμε ότι ο κόσμος είναι πολύ μεγαλύτερος, πιστεύουμε ότι μπορούμε να τον γυρίσουμε ολόκληρο, να τον αλλάξουμε ολάκερο.
Νέες εμπειρίες, γνωριμίες, ταξίδια, όνειρα, γνώσεις, υποσχέσεις, επαναστάσεις, το οπτικό πεδίο διαρκώς διευρύνεται, χωρικά, χρονικά, αλλά όχι για πολύ.
Είσαι αθάνατος μέχρι την αρχή της νεότητας. Μετά δοκιμάζεις τα πρώτα δείγματα θανάτου.
Μπορεί να είναι κάποιες αποτυχίες, η συνειδητοποίηση ότι το γαμημένο σύμπαν του Κοέλιο, αυτό που νόμιζες ότι συνωμοτεί για να κάνεις ό,τι θέλεις, δεν δίνει δεκάρα για σένα και τις επιθυμίες σου.
Τα χρόνια περνάνε και κάποιες μέρες αρχίζουν να γίνονται επαναλαμβανόμενες, όχι τόσο seize the fuckin day όσο νόμιζες ότι θα ‘ναι η ζωή σου.
Μπορεί να κάνεις και παιδιά, μπορεί και να μην ήθελες ή να μην έτυχε, αλλά ούτως η άλλως, τότε τα όρια στενεύουν, το οπτικό σου πεδίο παύει να διευρύνεται, αρχίζει η πρεσβυωπία των σαράντα.
Γκρίζα μαλλιά και κυτταρίτιδα, πονεμένες αρθρώσεις και χοληστερίνη, εμμηνόπαυση και συμβαίνει-σε-όλους-τους-άντρες-αγάπη-μου, μια γενική βαρεμάρα και χαμομήλι με σπόρια το βράδυ, και δεν έχεις γίνει τόσο πλούσιος ή διάσημος όσο νόμιζες ότι θα γινόσουν, άσε που χρωστάς και στην εφορία-ΔΕΗ-τράπεζα.
Αλλά συνεχίζεις να προχωράς. Γίνεσαι 60-70-80 κι εστιάζεις περισσότερο. Δεν σε απασχολεί τι θα γίνει σε δέκα-πέντε-δύο χρόνια. Δεν σε απασχολεί τι θα γίνει του χρόνου. Το μόνο που σε νοιάζει είναι το πεζοδρόμιο μπροστά σου και το επόμενο βήμα με το ΠΙ
~~
Μια ώρα αργότερα, καθώς περίμενα να πάρω τον Τηλέμαχο είδα έναν γέρο να βγαίνει απ’ το καφενείο που είναι δίπλα στο κουνγκ φου. Έμοιαζε λίγο με τον Μπίλμπο Μπάγκινς -όταν έδωσε το δαχτυλίδι στον Φρόντο και γέρασε. Περπατούσε με το ΠΙ, ένα βήμα ανά λεπτό, τόσο γρήγορα.
Τον παρακολούθησα να περνάει (αργά, απελπιστικά αργά) και σκεφτόμουν ότι αυτός κάποτε ήταν ένα δεκάχρονο παιδί που ίσως να διάβαζε ιστορίες επιστημονικής φαντασίας -τον Αόρατο Άνθρωπο, του H.G. Wells σε μετάφραση Παπαδιαμάντη (υπάρχει, δεν είναι δική μου επινόηση,
Στάθηκα και τον κοιτούσα να προχωράει, μάλλον λιγάκι αδιάκριτα. Ίσως να φορούσε πάνες, ξανά. Τι όνειρα για το μέλλον να κάνεις αν ζεις έτσι;
Σίγουρα κανείς άνθρωπος δεν θέλει ν’ αφήσει τη ζωή, αλλά τα γηρατειά, όταν σε καταπλακώνουν, όταν γίνονται αμείλικτα, τότε μοιάζουν λίγο καλύτερα απ’ το τίποτα, απ’ τον θάνατο (και την ελπίδα του ποτέ-δεν-ξέρεις-τι-μπορεί-να-υπάρχει-μετά).
~~
Τα παιδιά βγήκαν απ’ το κουνγκ φου και ξεκίνησαν να τρέχουν, μιλώντας για online παιχνίδια. Τους φώναξα να προσέχουν καθώς προσπερνούσαν τον γερο-Μπίλμπο. Εκείνος δεν φαινόταν να καταλαβαίνει τίποτα απ’ ό,τι συνέβαινε γύρω του, λες κι ήταν ένα απ’ τα αποτυχημένα (γραφιστικά) ανδροειδή της πρώτης τριλογίας του Star Wars.
Ώσπου ξαφνικά και αναπάντεχα, τα μάτια του έλαμψαν! Μια κοπέλα, με πολύ κοντή φούστα, και καλσόν που είχε το σχέδιο ζαρτιέρας-κάλτσας, μας προσπέρασε καλπάζοντας.
Εκείνος σταμάτησε να σέρνει το ΠΙ και την παρακολούθησε με το βλέμμα του μέχρι που έστριψε στη γωνία. Μάλλον θα σκεφτόταν: «Αν ήμουν εξήντα χρόνια νεότερος…»
~~
Ο παράδοξος άνθρωπος. Τη μια στιγμή ο κόσμος δεν υπάρχει. Το μόνο που σε νοιάζει είναι να φτάσεις στο σπίτι σου όρθιος, στο σπίτι όπου είσαι μόνος, να ξαπλώσεις, να κοιμηθείς και να ξημερωθείς. Άλλος χρόνος δεν υπάρχει, είσαι εδώ. Τώρα.
Όταν πλησιάζει το τέλος, αν είσαι τυχερός, τόσο τυχερός ώστε να το τερματίσεις το μηχάνημα, αποφεύγοντας όλα τ’ αυτοκινητιστικά κι όλα τα πρόωρα εμφράγματα, τ’ ατυχήματα στο μπάνιο και τους βομβαρδισμούς νατοϊκών και τζιχαντιστών, αν είσαι αρκετά τυχερός ώστε να μην πάθεις καρκίνο απ’ τα τριάντα, μ’ όλες τις αηδίες που τρως και αναπνέεις και βάζεις στο δέρμα σου, μ’ όλες τις στιγμές που γεμίζουν άγχος τους πόρους σου, κι αν δεν πνιγείς τρώγοντας καραμέλες βουτύρου, κι αν δεν σε χτυπήσει το ρεύμα ένα πρωί πριν ξεκινήσεις για τη βαρετή δουλειά, αν αποφύγεις όλες τις πιθανότητες πρόωρου θανάτου που σίγουρα δεν είναι και λίγες, και φτάσεις αισίως εκείνα τα μυθικά ενενήντα του Μπάγκινς και του Γιόντα, τότε καταλαβαίνεις πόσο παροδικά κι ασήμαντα ήταν όλα εκείνα που θεωρούσες παντοτινά και σπουδαία.
Όλα σου φαίνονται ασήμαντα. Και τότε σε προσπερνάει καλπάζοντας το κορίτσι με το μίνι.
Τότε κάτι εκρήγνυται μες στο μυαλό σου. Είναι το τελευταίο σήμα που κατεβαίνει την ταλαιπωρημένη σου ραχοκοκαλιά ως τα μαραμένα περβόλια των αρχιδιών σου. Βαράει έναν άκυρο συναγερμό (οι στρατιώτες βγήκαν στη σύνταξη πριν πολλά χρόνια) και γυρνάει τρέχοντας στο ύστατο καταφύγιο, την αμυγδαλή, το κέντρο των αναμνήσεων.
Στέκεσαι και χαμογελάς ανάποδα. Τα πιτσιρίκια με τις στολές σε προσπερνάνε τιτιβίζοντας, οι μανάδες τους πιο πίσω, κι απέναντι άντρες ή αγόρια που παριστάνουν τους άντρες, ένας τύπος με μια γκρίζα τούφα στα μαλλιά που σε κοιτά αδιάκριτα, και δεν υπάρχει χρόνος για τίποτα άλλο.
Σκέφτεσαι και χαμογελάς ανάποδα: «Η Σμαρώ φορούσε τέτοιες κάλτσες… Ο Γιαννάκης όταν γεννήθηκε έκλαιγε πολύ… Πώς το λέγανε το σκυλί μου; Δεν είχα γράψει καλά στα μαθηματικά… Η θάλασσα στο νησί… Σαρδέλες στα κάρβουνα…»
Σ’ ένα λεπτό στοιβάζονται 90 χρόνια μες στο μυαλό σου. Έπειτα κλείνεις τα μάτια, λες ευχαριστώ για τα ψάρια, και σωριάζεσαι.
Κόσμος τρέχει γύρω σου, τους ακούς από μακριά, από ψηλά, να φωνάζουν «έπεσε-φωνάξτε ασθενοφόρο-έπεσε», αλλά δεν σε νοιάζουν πια οι φωνές τους.
Και καθώς σβήνει ο κόσμος φωτίζεται μια άλλη εικόνα, μια παραλία, όπου οι φίλοι ψήνουν ψαράκια στα κάρβουνα, όπου τα κορίτσια δεν φοράνε το πάνω μέρος του μαγιό, κάποιος παίζει κιθάρα, γυρνάνε μπύρες και τσιγάρα, μια γαλανομάτα σε κοιτάει, κι είναι καλοκαίρι.
~~
Ο εγκέφαλος, είπαν οι επιστήμονες πρόσφατα, λειτουργεί μέχρι και δέκα λεπτά μετά τον θάνατο. Αυτά τα δέκα λεπτά μπορεί να είναι ένα αιώνιο καλοκαίρι.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΥΓ προς τον αναγνώστη:
Νομίζεις, αγαπητέ, ότι αυτό το τέλος είναι μακριά. Συγχώρεσε με, που δεν θα γεμίσω την καρδιά σου αισιοδοξία, αλλά το τέλος είναι πάντα πιο κοντά απ’ όσο νομίζεις.
Ακόμα κι αν φτάσεις τα ενενήντα ή τα εκατό, αυτό θα γίνει πιο γρήγορα απ’ όσο νομίζεις.
Όταν το κοιτάς απ’ την αρχή προς το τέλος μοιάζει σαν παραγωγή του Τζορτζ Λούκας, που πάντα υπάρχει κάτι καινούριο να γίνει.
Όταν το δεις απ’ το τέλος είναι σαν ένα τρέιλερ της ζωής που έζησες.
Αυτή είναι η ζωή σου. Ένα τρέιλερ που τελειώνει πριν προλάβεις να καταλάβεις ότι είσαι (ήσουν) ο πρωταγωνιστής.
Καλό ξημέρωμα, λοιπόν, και να ‘σαι ευγνώμων για την ψαριά της ημέρας.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η φωτογραφία είναι του Alex Webb
Alex Webb, Nuevo Laredo, Tamaulipas, 1996, © Alex Webb / Magnum Photos
Ο τίτλος είναι από το βιβλίο του Ντάγκλας Άνταμς, «So long and thanks for all the fish».
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Αναγνώστες