Ο σπόρος της ουτοπίας
Η αυτοδιαχείριση (ή αυτοδιεύθυνση,
συνώνυμη της αυτοδιαχείρισης) αποτελεί μια μορφή συλλογικής οργάνωσης
όπου ο καθένας έχει την δυνατότητα να συμμετέχει άμεσα στην λήψη των
αποφάσεων που επηρεάζουν την καθημερινή του ζωή. Σε αντίθεση με την
πυραμιδοειδή οργάνωση των νεωτερικών κοινωνιών και τις απειράριθμες
ενδιάμεσες σχέσεις όπου ένα πλήθος ενδιάμεσων, εκλεγμένων ή μη,
υπονομεύουν την δυνατότητά μας να καθορίζουμε πώς θα ζούμε, πώς θα
δημιουργούμε, πώς θα παράγουμε κλπ., οι αρχές της αυτοδιαχείρισης
εμπνέονται από την ελευθερία, την ισότητα και την αλληλεγγύη και
αποδίδουν αυτές τις δυνατότητες στα άτομα και τις συλλογικότητες. Εδώ
έννοιες όπως άμεση δημοκρατία και επανοικειοποίηση παύουν να αποτελούν
απλούς όρους και μετατρέπονται σε πράξη.
Μετά την εξέγερση των Ζαπατίστας και την
ανάδυση ενός κινήματος εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης αναβίωσε η συζήτηση
για έναν άλλο κόσμο που είναι εφικτός και πλέον το αίτημα της
αυτονομίας είναι πολύ πιο δεδομένο απ’ ότι νομίζουμε. Ακόμα και στη χώρα
μας τα τελευταία χρόνια αρχίζουμε να επανεφευρίσκουμε πράγματα που, ενώ
υπήρχαν στο παρελθόν, είχαν ξεχαστεί για δεκαετίες ή είχαν απαξιωθεί
στη συλλογική συνείδηση λόγω του ευτελισμού τους από το κράτος, τα
κόμματα και τους εργατοπατέρες: τον συνεταιρισμό, τη συνεργατικότητα,
την αλληλεγγύη. Έννοιες και αξίες που σήμερα γίνεται προσπάθεια να
επαναθεμελιωθούν, μακριά από αναθέσεις, ιεραρχίες και γραφειοκρατικές
αγκυλώσεις μέσα από εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης και συνεργατισμού.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί ακριβώς μια μικρή αναδρομή στα σύγχρονα εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης. Δυο εισαγωγικά κείμενα (Βασικές
κατευθύνσεις των ελευθεριακών εγχειρημάτων και πρακτικών, Ρίχνουμε τον
σπόρο της ουτοπίας για να θερίσουμε την πραγματικότητα) κι ένα
μικρό σημείωμα των εκδοτών ακολουθούνται από δυο κεφάλαια που αφορούν
δυο βασικά ιστορικά παραδείγματα επαναστατικής αυτοδιαχείρισης: την
περίπτωση της Ρωσίας [1917-1921], από την επανάσταση του Φεβρουαρίου του
1917 που έπιασε στον ύπνο τους επαγγελματίες επαναστάτες μέχρι την
εξέγερση της Κροστάνδης και εκ μέρους των Λένιν και Τρότσκι κατάπνιξη
στο αίμα του τελευταίου σπασμού της επανάστασης, και την περίπτωση της
Ισπανίας [1936-1939], που επιβεβαίωσε την εμπειρία της Ρωσίας και των
σπαρτακιστών: ότι είναι αδύνατη η συνύπαρξη των δυο πόλων της δυαδικής
εξουσίας: της αυτοδιαχειριστικής και την «νόμιμης»: η δεύτερη πάντοτε
τείνει να συντρίψει την πρώτη.
Στο κύριο κορμό του βιβλίου
παρουσιάζονται και αξιολογούνται σύγχρονα εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης. Ο
Charles Piaget εξετάζει τη περίπτωση της Γαλλίας, που έζησε από πρώτο
χέρι, ως πρωτεργάτης του αγώνα της LIP στην Μπεζανσόν το 1973. Η
αυτοδιαχείριση αυτού του εργοστασίου υπήρξε μια παραδειγματική περίπτωση
αγώνα και αποτελεί ακόμα και σήμερα πηγή έμπνευσης για τους
εργαζόμενους που πολεμούν κατά των απολύσεων και συζητούν το ενδεχόμενο
να ανακτήσουν τις επιχειρήσεις τους με βάση το μοντέλο «δουλεύουμε,
πουλάμε, πληρωνόμαστε». Ο αγώνας ήταν αποτέλεσμα μιας καινοτόμας
συνδικαλιστικής πρακτικής που άλλαξε τα δεδομένα στον χώρο του
συνδικαλισμού, που μέχρι τότε εκτυλισσόταν μόνο σε μια αίθουσα
συνεδριάσεων ή παρέα με την διεύθυνση, ενώ οι γενικές διεκδικήσεις
κοινοποιούνταν εγγράφως και …μέχρι εκεί, οι δε συνδικαλιστές
εμφανίζονταν μόνο για να ορίσουν την ημέρα και τα αιτήματα της απεργίας
(μας θυμίζει κάτι;).
Το 1968 υπήρξε ένα μεγάλο σχολείο
συνδικαλιστικής δημοκρατίας. Στα μέσα του θρυλικού Μαΐου μια ομάδα
φουσκωτών συνδικαλιστών είχαν αποκλείσει την κεντρική είσοδο, λέγοντας
πως είναι γενική απεργία και πως απαγορεύεται να μπουν οι εργαζόμενοι.
Εκείνοι απάντησαν πως οι εργαζόμενοι θα αποφασίσουν μόνοι τους· τότε
διαμορφώθηκε η ιδέα του ανοιχτού εργοστασίου και η πρακτική των
δημοκρατικών γενικών συνελεύσεων. Κατασκευάστηκε κι ένας θεόρατος
πίνακας, ώστε να αναρτώνται και να διαβάζονται τα πάντα – μια ενημέρωση
ελεύθερη, σαφής και γρήγορη.
Όταν το 1973 η επιχείρηση μεταβιβάστηκε
σ’ ένα ελβετικό τραστ που θέλησε να την διαλύσει και είχε μάλιστα
προβλέψει πως αν οι εργαζόμενοι αρχίσουν γενική απεργία τον Απρίλιο,
μέχρι το καλοκαίρι θα έχουν φτάσει στα όριά τους, εκείνοι δεν έπεσαν
στην παγίδα: όχι μόνο δεν έκαναν απεργία αλλά επέλεξαν και την σταδιακή
μείωση του ρυθμού εργασίας, ως μορφή γενικής ανυπακοής απέναντι στην
διοίκηση. Γνώριζαν άλλωστε τις βασικές αξίες ενός αγώνα που μόλις
άρχιζε: υπέρβαση της ηττοπάθειας, ενημέρωση των πάντων, ενότητα δράσης,
μεγάλη συλλογική συμμετοχή, οριζόντια πληροφόρηση με ευρύ φάσμα
κειμένων, άνοιγμα του εργοστασίου προς τα έξω.
Η περίπτωση των αυτόνομων εξεγερμένων
κοινοτήτων των Ζαπατίστας στην Τσιάπας στο Μεξικό είναι περισσότερο
γνωστή: οι αυτόχθονες κυβερνούν με βάση το δικό τους δίκαιο και τα δικά
τους έθιμα, ενώ έχουν υιοθετήσει δικές τους μορφές αυτοκυβέρνησης με
βάση το συλλογικό συμφέρον. Οι τοπικές κοινότητες εξέλεξαν οι ίδιες τους
αντιπροσώπους τους με διετή θητεία που ανανεώνεται κάθε δυο χρόνια αλλά
μπορεί σε οποιαδήποτε στιγμή να ανακληθεί σε περίπτωση που δεν
σεβαστούν την λαϊκή εντολή. Για την μεξικανική κυβέρνηση οι αυτόνομες
εξεγερμένες κοινότητες αποτελούν στον «χειρότερο εχθρό του κράτους
δικαίου» και η αυτονομία τους ισοδυναμεί με την «απόσχιση ενός τμήματος
της εθνικής επικράτειας», αγνοώντας προφανώς το συνταγματικό άρθρο
σύμφωνα με το οποίο «η εθνική κυριαρχία ανήκει πρωταρχικά και κατ’
ουσίαν στον λαό». Το κίνημα των Ζαπατίστας αποτελεί μια μοναδική
πρωτοβουλία πολιτικής αντίστασης και άμεσης δράσης, ένα παράδειγμα
αυτονομίας όχι μόνο σε τοπικό αλλά και σε περιφερειακό, εθνικό και
διεθνές επίπεδο.
Η πρακτική Καταλαμβάνουμε, δουλεύουμε, πληρωνόμαστε αποτέλεσε μια από τις πολλές όψεις της Αργεντινής μετά την εξέγερση που ξέσπασε τον χειμώνα του 2001. Το δίδαγμα του Argentinazo
έχει τρεις αφηγήσεις. Η πρώτη ξεκινάει από το Μπουένος Άιρες και την
συνοικία Φλόρες, τον Ιανουάριο του 2002, όπου στο ισόγειο μιας παλιάς
κλινικής μια ομάδα κατοίκων έχει δημιουργήσει ένα εστιατόριο για τους
πιο φτωχούς κατοίκους της γειτονιάς. Το σχέδιο, που προέβλεπε ένα κέντρο
υγείας για τους εργαζόμενους στις ανακτημένες επιχειρήσεις ολόκληρης
της περιφέρειας, δεν προχώρησε, θα συνεχιστεί κάπου αλλού.
Το τελευταίο ναυπηγείο της Αργεντινής, το
Astillero Rio Santiago, βρίσκεται υπό τον έλεγχο των εργαζομένων αλλά
δεν είναι μια τυπική «ανακτημένη» επιχείρηση. Στα μέσα της δεκαετίας του
’90 δεν κατασκευαζόταν εδώ κανένα πλοίο, ενώ οι εργάτες ήταν μόλις
χίλιοι. Η κατάληψη οδήγησε σ’ ένα είδος συνδιαχείρισης και οι πελάτες
άρχισαν να επιστρέφουν. Οι διαφορετικές απόψεις γύρω από την πρακτική
της αυτοδιαχείρισης δείχνουν πως και εδώ υπάρχει αρκετός δρόμος ακόμα.
Σε κάθε περίπτωση οι διαφορετικές πολιτικές επιλογές αλλά και τα δυο
διαφορετικά μοντέλα αυτοδιαχείρισης, η «αμυντική» και η «επιθετική» (από
την απλή διασφάλιση μέσων εργασίας μέχρι το σχέδιο κοινωνικού
μετασχηματισμού) θέτουν τους όρους μιας ενδιαφέρουσας συζήτησης.
Η Impa τέλος, όπου οι συνθήκες εργασίας
τόσο στα χυτήρια όσο στην κατεργασία μετάλλων ήταν εφιαλτικές, έγινε μια
από τις επιχειρήσεις – σύμβολα του κινήματος των ανακτημένων
επιχειρήσεων στην Αργεντινή και η μοναδική που έμεινε ανοιχτή στα
κοινωνικά κινήματα. Στο εσωτερικό της λειτούργησε ένα πολιτιστικό κέντρο
όπου εργάστηκαν φοιτητές και ήταν ελεύθερη η πρόσβαση για τους
κατοίκους της γειτονιάς.
Η Μεγάλη Βρετανία έχει να επιδείξει το
δικό της κορυφαίο παράδειγμα εναλλακτικού εγχειρήματος μέσα σε
καπιταλιστική χώρα και μιας ιδιαίτερα συνειδητοποιημένης εργατικής
κολεκτίβας: το ανθρακωρυχείο Tower Colliery στην Ουαλία, που πήραν στα
χέρια τους οι εργαζόμενοι το 1994. Το κλείσιμο του ανθρακωρυχείου ήταν
ένα από τα πολλά επεισόδια στην πορεία διάλυσης της βρετανικής
βιομηχανίας άνθρακα. Η ανάκτησή του από τους εργάτες έγινε ταχύτατα
σημείο αναφοράς της αντίστασης στον φιλελευθερισμό και το καμάρι μιας
ολόκληρης εργατικής περιοχής που είχε πληγεί από τον οικονομικό μαρασμό.
Οι εργάτες επένδυσαν τις αποζημιώσεις των απολύσεών τους για να
αγοράσουν το ορυχείο, έγιναν ιδιοκτήτες και, προς γενική έκπληξη,
κατόρθωσαν να επιστρέψουν την επιχείρηση στην κερδοφορία. Η επιτυχία
τους ήταν τόσο μεγάλη που μπόρεσαν να προσλάβουν προσωπικό, να
εκσυγχρονίσουν τις μηχανές και να αυξήσουν σημαντικά τους μισθούς,
καταργώντας τα προσωπικά πριμ που προκαλούσαν έναν νοσηρό ανταγωνισμό.
Ολόκληρη η περιοχή ένιωσε περήφανη και
πολλές τοπικές ενώσεις στήριξαν το ορυχείο, που με την σειρά του
υποστήριξε άλλους κοινωνικούς αγώνες εντός και εκτός χώρας, από την
Πολωνία και την Νικαράγουα μέχρι την Κούβα και την Νότια Αφρική. Το
ορυχείο τάχθηκε υπέρ της αειφόρου ανάπτυξης ενώ σε μια προσπάθεια να το
πρόβλημα του κοινωνικού και τεχνικού καταμερισμού της εργασίας, που
αποτελεί κληρονομιά του καπιταλισμού, διαμορφώθηκε ένα σύστημα δια βίου
εκπαίδευσης. Το εγχείρημα διήρκεσε μέχρι την εξάντληση των αποθεμάτων
άνθρακα. Αρχές του 2008, τριάντα χρόνια μετά την ανάκτηση της
επιχείρησης, το ορυχείο έκλεισε μέσα σε κλίμα συγκίνησης. Οι
ανθρακωρύχοι δεν αιφνιδιάστηκαν από την αναπόφευκτη εξέλιξη. Το ορυχείο
παραμένει στην ιδιοκτησία του και υπάρχουν σχέδια για την αξιοποίησή του
με διάφορους τρόπους.
Ένα ακόμα κείμενο για την Αργεντινή [Η
ανάκτηση των επιχειρήσεων ως πολιτική πράξη], μια αναδρομή στην
γιουγκοσλαβική «αυτοδιαχείριση», η άνοιξη και το φθινόπωρο της
αυτοδιαχείρισης στην Πράγα, οι «ριζοσπαστικά πραγματιστές» της
Βραζιλίας, τα κοινωνικά κέντρα μεταξύ ρήξης και ενσωμάτωσης στην Ιταλία
και τα σχετικά κινήματα στο Κεμπέκ και την Ελβετία συμπληρώνουν τον
χάρτη της αυτοδιάθεσης. Ας σημειωθεί ότι στο κάτω μέρος κάθε σελίδας, σε
ξεχωριστό γκρίζο πλαίσιο, παρουσιάζεται ένα σύντομο ιστορικό διάγραμμα
των σχετικών επαναστατικών κινημάτων, από το 1848 μέχρι το 2007.
Σε κανένα από τα κείμενα του τόμου δεν
εξωραΐζεται κάποιο κίνημα ούτε παρουσιάζεται εξιδανικεύεται η
αυτοδιαχειριστική λύση· το αντίθετο, μάλιστα, αναφέρονται όλα τα
προβλήματα και οι παγίδες που έθεσαν σε κίνδυνο ή και ακύρωσαν
σημαντικές προσπάθειες. Ούτως ή άλλως σε κάθε περίπτωση προκύπτει ότι η
αυτοδιαχείριση καθ’ εαυτήν δεν είναι πανάκεια, «αντιστοιχεί όμως σε έναν
τύπο δημοκρατίας και ορθολογικότητας που ο καπιταλισμός μας έχει κάνει
να ξεχάσουμε». Και αποτελεί ένα βασικό προαπαιτούμενο ώστε η μελλοντική
κοινωνία να μην μοιάζει με ένα αχανές στρατόπεδο εργασίας ή με μια
κολοσσιαία αγορά όπου πουλιούνται και αγοράζονται τα πάντα.
Το βιβλίο αποτελεί σύμπραξη δυο οργανώσεων που συμμετέχουν στο παγκόσμιο δίκτυο ελευθεριακού κομμουνισμού Anarkismo.net.
Πρόκειται για τις Alternative Libertaire της Γαλλίας [1991] και της
Union Communiste Libertaire του Κεμπέκ [2008], που εκδίδουν αντίστοιχα
τα περιοδικά Alternative Libertaire και Cause Commune.
Περιλαμβάνονται κείμενα των Daniel Guérin, Frank Mintz, Organizaciόn
Socialista Libertaria, Laurent Esquerre, Guillaume Davranche, Martine
Hassoun, José Luis Humanes Bautista, Lia από FdCA, Michel Nestor, Mark
Haldimann, Vladimir Claude Fisera, Charles Piaget. Επιμέλεια: Guillaume
Davranche.
Οι εκδόσεις των συναδέλφων, 2014, μτφ. Θοδωρής Δρίτσας pandoxeio
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου