Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2023

Κάστρο Λάρισας, Άργος

Η Λάρισα ή επίσης Κάστρο Λάρισα είναι η αρχαία και μεσαιωνική ακροπολη του Αργους  που βρίσκεται σε έναν ψηλό βραχώδη λόφο, εντός των ορίων της πόλης στα δυτικά. Η κορυφή καταλαμβάνεται από τα ερείπια ενός βυζαντινο-βενετσιάνικου κάστρου, κάτω από αυτό, περίπου στη μέση της πλαγιάς του βουνού, είναι το μοναστήρι της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης-Πορτοκαλούσας και απέναντι από την είσοδο του κάστρου, το μοναστήρι της Αγίας Μαρίνας, γυναικείο μοναστήρι. Ο χώρος ήταν οχυρωμένος και σε συνεχή χρήση για δεκαεννέα αιώνες.

Ένα από τα παλαιότερα και πιο ιστορικά κάστρα στην Ελλάδα. Η τοποθεσία είχε οχυρωθεί ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους. Η οριστική διαμόρφωση του κάστρου έγινε από τους Φράγκους.



Βόρεια από το Άργος, εκεί που τελειώνει η πόλη, υπάρχουν δύο λόφοι. Δεξιά, προς τα ΒΑ, είναι ο λόφος της Ασπίδος και στα ΒΔ, ο πιο ψηλός από τους δύο (289 μ.), είναι ο λόφος της Λάρισας όπου βρίσκεται το κάστρο. Και στο λόφο της Ασπίδος υπήρχε αρχαίο κάστρο που δεν σώζεται. Τα δύο κάστρα ενώνονταν με τείχη για την προστασία της πόλης του Άργους κατά την αρχαιότητα.



Το κάστρο λέγεται Κάστρο του Άργους ή κάστρο της Λάρισας. Οι πρώτοι που εποίκισαν το Άργος ήταν οι Πελασγοί και οι ονομασίες είναι πελασγικές. «Άργος» σημαίνει κάμπος και «Λάρισα» σημαίνει ακρόπολη.







Το κάστρο οικοδομήθηκε κατά τους προϊστορικούς χρόνους. Η βάση του σε ορισμένα σημεία έχει ογκόλιθους, που μας θυμίζουν τα κυκλώπεια τείχη. Τον 5ο και 6ο αι. π.Χ. οι Αργείοι επισκεύασαν και συμπλήρωσαν το τείχος, ακολουθώντας τα παλαιότερα ίχνη. Σημαντικά τμήματα της εποχής εκείνης σώζονται στο βόρειο και δυτικό τμήμα.

Τον 10ο αι. μ.Χ. κτίστηκε το μεσαιωνικό κάστρο και υπήρξε για τους Βυζαντινούς από τις πιο σημαντικές οχυρώσεις στην Πελοπόννησο. Το 1203 περιήλθε στη δικαιοδοσία του άρχοντα του Ναυπλίου Λέοντα Σγουρού.

Μετά την άλωση του 1204, το κάστρο άντεξε μέχρι το 1212 οπότε κυριεύτηκε από τον Othon de la Roche (Όθωνα Δελαρός), τον Φράγκο ευγενή (Βουργουνδός για την ακρίβεια) στον οποίο είχε παραχωρηθεί το Δουκάτο των Αθηνών. Οι Φράγκοι την περίοδο εκείνη, μέσα στον 13ο αιώνα, ανακατασκεύασαν το κάστρο και του έδωσαν τη σημερινή του μορφή.

Το κάστρο παρέμεινε φράγκικο και μετά την εκδίωξη των Λατίνων από το θρόνο της Κωνσταντινούπολης, ενώ γλύτωσε και από τους Καταλανούς που κατέλαβαν το Δουκάτο των Αθηνών. Από το 1356 ανήκε στη Δούκισσα της Αργολίδας Μαρία Ντ’ Ανγκέν (Maria d’Enghen), κληρονόμο του οίκου Δελαρός. Το 1388 η Δούκισσα πούλησε την περιοχή στους Ενετούς, αλλά το κάστρο του Άργους πρόλαβε και το άρπαξε ο Θεόδωρος Παλαιολόγος, δεσπότης του Μυστρά για να το πουλήσει ο ίδιος στους Ενετούς το 1394.




Οι Ενετοί κράτησαν το κάστρο μέχρι το 1463 οπότε έπεσε στα χέρια των Οθωμανών. Οι Τούρκοι παρέμειναν κυρίαρχοι μέχρι το 1822, με ένα μικρό διάλειμμα στο διάστημα 1686-1715 όταν επέστρεψαν για λίγο οι Βενετσιάνοι υπό τον Μοροζίνι.

Στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, όταν έφτασε στο Άργος η μεγάλη στρατιά του Δράμαλη, ο Κολοκοτρώνης έκρινε ότι έπρεπε οι Έλληνες να καταλάβουν το κάστρο, για να απασχολήσουν τον εχθρό και να κερδίσουν πολύτιμο χρόνο. Ο Κολοκοτρώνης έστειλε αρχικά 100 επίλεκτους άντρες, στους οποίους προστέθηκαν αργότερα κι άλλοι, και έγιναν 700. Αρχηγός τους ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης, ο οποίος έδωσε, τότε, δείγμα της διοικητικής του ικανότητας.

Οι Έλληνες κράτησαν το κάστρο μέχρι τις 24 Ιουλίου του 1822 και κατόρθωσαν να διαφύγουν ύστερα από αντιπερισπασμό, που προκάλεσαν στον εχθρό οι Έλληνες του στρατοπέδου των Μύλων. Οι αγωνιστές είχαν κατορθώσει να καθυστερήσουν τον εχθρό 15 περίπου μέρες, που ήταν πολύτιμος χρόνος για την οργάνωσή τους και το θρίαμβο στα Δερβενάκια μετά από δύο μέρες.










Το κάστρο έχει δύο περιβόλους· τον εξωτερικό, μήκους 200 μ., και τον εσωτερικό, μήκους 70 περίπου μέτρων. Στον εσωτερικό χώρο υπήρχε ναός του Λαρισαίου Διός και της Αθηνάς Πολιάδος (Παυσ. ΙΙ, 24,3). Επίσης, υπήρχε σταυρεπίστεγη εκκλησία του 12ου αιώνα Σώθηκε η κτητορική της επιγραφή με το όνομα του επισκόπου Νικήτα, η οποία φυλάσσεται στις αποθήκες του μουσείου Άργους.

Για την κατασκευή της εκκλησίας χρησιμοποιήθηκε οικοδομικό υλικό της αρχαίας εποχής. Αλλά και σε πολλά ακόμη σημεία της τοιχοποιίας του κάστρου ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει ενσωματωμένα αρχιτεκτονικά μέλη.

Απο μακριά το κάστρο, με τους μεγάλους πύργους και τα ψηλά τείχη, φαίνεται επιβλητικό και δημιουργεί την εντύπωση ότι είναι σε καλή κατάσταση. Από κοντά -και από μέσα- είναι απογοητευτικό, δεδομένου ότι επικρατεί μια εικόνα εγκατάλειψης.

















































































































ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Η ιστορία των οχυρώσεων στο λόφο της Λάρισας ξεκινά από τους προϊστορικούς χρόνους και φτάνει έως και την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821. Ακολουθώντας τη μακραίωνη ιστορία της πόλης του Άργους, από την Προϊστορική Εποχή, αποτελούσε ανέκαθεν οχυρό παρατηρητήριο και ύστατη γραμμή άμυνας της πόλης. Πρώτη φορά το κάστρο αναφέρεται με αφορμή την κατάληψή του το 1203 από το Λέοντα Σγουρό. Μετά το θάνατο του διοικείται από το Θεόδωρο Άγγελο μέχρι το 1212 και στη συνέχεια το κάστρο περνά στα χέρια των de la Roche, δουκών της Αθήνας, και το 1309 στον οίκο των de Brienne. Το 1388 η Μαρία d’ Enghien πουλάει το Άργος και το κάστρο στους Βενετούς αλλά πριν αυτοί εγκατασταθούν, ο Nerio Acciajuoli και ο Δεσπότης Θεόδωρος Α΄ καταλαμβάνουν το κάστρο, αλλά το 1394 το παραδίδει στους Βενετούς. Το 1397 η Λάρισα μετά από μια πρόσκαιρη κατάληψή της από τους Οθωμανούς καταστρέφεται και ερημώνεται. Οι Βενετοί επιστρέφουν στο κάστρο το οποίο όμως περνά στην οθωμανική κυριαρχία από το 1463 μέχρι το 1686, οπότε και ανακαταλαμβάνεται από τους Ενετούς του Morosini. Περί το 1700 μια έκρηξη καταστρέφει τον κεντρικό κυλινδρικό πύργο του κάστρου που χρησιμοποιείτο ως πυριτιδαποθήκη και στη θέση του λίγο αργότερα κτίζεται ο σωζόμενος προμαχώνας. Η δεύτερη οθωμανική κατάκτηση πραγματοποιείται το 1715. Οι περιπέτειες του μνημείου θα συνεχιστούν κατά την περίοδο της Ελληνικής επανάστασης, με μάχες να διεξάγονται σε αυτό. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ξεκινούν οι ανασκαφές του W. Vollgraff που αποκαλύπτουν κυρίως το εσωτερικό του. 

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Ίχνη της μυκηναϊκής οχύρωσης (13ος αι. π.Χ.) σώζονται στην ακρόπολη του κάστρου, ενώ ογκώδη μονολιθικά αρχιτεκτονικά μέλη από τη μυκηναϊκή οχύρωση έχουν επαναχρησιμοποιηθεί στις μεταγενέστερες μεσαιωνικές οχυρώσεις.

Αν και ο χώρος δεν έπαψε να είναι σε χρήση από τους προϊστορικούς χρόνους έως το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η σημερινή μορφή του κάστρου αποκρυσταλλώθηκε στο Μεσαίωνα. Τα αρχαία τείχη, τμήματα των οποίων διακρίνονται ακόμα και σήμερα ενσωματωμένα στην μεταγενέστερη τοιχοποιία, αποτέλεσαν τον κύριο γνώμονα χάραξης της μεσαιωνικής οχύρωσης. Η οχύρωση απαρτίζεται από την ακρόπολη στην κορυφή και έναν εξωτερικό περίβολο. Τα τείχη ενισχύονται από πύργους, κατά κανόνα τρἰπλευρους ή τετράπλευρους. Αργότερα, από τον 15ο αιώνα με την έλευση των πυροβόλων, το κάστρο δέχεται μεγάλες επεμβάσεις και ενισχύεται με κυλινδρικούς πύργους.

Μέσα στην ακρόπολη, υπήρχε πιθανότητα το διοικητήριο και στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Εκεί έχει εντοπιστεί εκκλησία της πρώτης χιλιετίας. Το 1174, στην θέση της κατασκευάστηκε μικρότερος ναός αφιερωμένος στην Παναγία. Στον εξωτερικό περίβολο αναπτύσσεται οικιστικός ιστός, ο οποίος παραμένει ανεξερεύνητος. Μεγάλες κινστέρνες (υδατοδεξαμενές) υπήρχαν και στους δύο περιβόλους του κάστρου. Η μορφή αυτή διατηρείται έως τα τέλη του 14ου αι., με ενισχύσεις και μικροεπεμβάσεις Βυζαντινών και Φράγκων και καθιστά την Λάρισα ένα από τα τέσσερα ισχυρότερα κάστρα της Πελοποννήσου, όπως αναφέρεται και στο Χρονικό του Μορέως.

Κατά τον 15ο αιώνα έγιναν εκτεταμένες εργασίες ενίσχυσης των οχυρώσεων ως αποτέλεσμα της αλλεπάλληλης εναλλαγής κυριάρχων του κάστρου μεταξύ Βενετών και Οθωμανών αλλά και των εξελίξεων στην οχυρωματική αρχιτεκτονική λόγω της έλευσης των πυροβόλων όπλων. Μεταξύ άλλων, κατασκευάζεται διατείχισμα που αποκόπτει το νότια τμήμα του εξωτερικού περιβόλου. Η εξωτερική οχύρωση ενισχύεται με μεγάλους κυλινδρικούς πύργους που φέρουν κανονιοθυρίδες. Το τείχος της ακρόπολης υπερυψώνεται και ενισχύεται με τρίπλευρους, τετράπλευρους κι έναν αμυγδαλόσχημο πύργο. Ταυτόχρονα, φράσσεται η βυζαντινή πύλη και κατασκευάζεται άλλη, λίγο δυτικότερα. Μετά τα μέσα του 15ου αι. κτίζεται ο, κατεστραμμένος σήμερα, εντυπωσιακός κυλινδρικός κεντρικός πύργος στη ΝΔ γωνία της ακρόπολης.

Κατά το 16ο αι. το τμήμα του εξωτερικού περιβόλου νότια του διατειχίσματος εγκαταλείπεται και ερημώνεται ενώ προστίθεται ένα προτείχισμα στα νότια της πύλης της ακρόπολης, δημιουργώντας έτσι μια εξωτερική αυλή. Στο ανατολικό άκρο του προτειχίσματος κατασκευάζεται διαβατικό με διπλή πύλη.











 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Αναγνώστες