Τρίτη, 4 Ιανουαρίου 2011
Φεύγοντας
Χαμόγελα, εύθυμα πρόσωπα έψαξα πολύ να βρω τις ημέρες αυτές.
Το όνειρο της φυγής βλέπω στο βλέμμα των περισσοτέρων.
Φυγή προς την ελπίδα την άγνωστη, ως και αυτή φαντάζει καλύτερη
από την καθημερινότητα τους. Οι συζητήσεις μπλέκονταν από χώρα σε χώρα ,
στο ποια είναι καλύτερα να ζει κάποιος σήμερα.
Έτσι και εμένα με έπιασε μια τάση φυγής, φυγή στο άγνωστο.
Μια φυγή διαφορετική από αυτή που ακούω τις μέρες αυτές.
Μια φυγή πίσω στα νιάτα μου.
Μου λείπει η ανεμελιά με την οποία έπαιρνα τους δρόμους, με κάτι λίγα
στην τσέπη μου, με το δάχτυλο αναρτημένο στην άκρη του δρόμου
και κάποιες φορές με δανικά, γύριζα την Ευρώπη.
Κοιμόμασταν σε παγκάκια, σε πάρκα και στο αυτοκίνητο.
Δεν είχαμε την δυνατότητα να έχουμε κλεισμένα πολυτελή ξενοδοχεία με όλες τις ανέσεις,
κι’όμως φεύγαμε….. τώρα δεν μπορώ πια να φύγω.
Ξυπνώ το πρωί με μια γεύση ματαιότητας και μοναξιάς.
Υπάρχουν πολλά στην καθημερινότητα μου που με την σκέψη τους μόνο,
με διακατέχει μία έντονη επιθυμία απόδρασης.
Ονειρεύομαι…. ονειρεύομαι σιωπηλά, χωρίς κανείς να με πάρει χαμπάρι,
μαζεύω μερικά απαραίτητα πράγματα και εξαφανίζομαι.
Το που πάω δεν έχει σημασία και αλλάζει κάθε πρωί, άλλοτε λιάζομαι σε εξωτικά μέρη
και άλλοτε χάνομαι στην φύση η στην πολυκοσμία μιας μεγάλης εξωτικής πόλης.
Ονειρεύομαι …σημασία έχει ότι φεύγω.
Αχ… αυτή η λαχτάρα της φυγής με πονάει, πονάει όλο μου το σώμα.
Από τι φεύγω; … μα από όλα όσα με περιτριγυρίζουν.
Από την μικροαστική ρουτίνα μου, από την ανόητη καθημερινότητα μου,
από τις ηλίθιες υποχρεώσεις ενός ανώνυμου οικογενειάρχη που κάθε ώρα
κάποιος του ζητάει κάτι να κάνει η να ασχοληθεί με θέματα που δεν ξέρει και δεν τον ενδιαφέρουν.
Φεύγω, προσκολλώμενος.
Ονειρεύομαι ότι θα απομακρυνθώ από το κενό, την ύπαρξη μου.
Φεύγω ακίνητος, ονειρεύομαι…. είμαι εγκλωβισμένος σε μια φυλακή
από την οποία δεν θέλω να φύγω.
Δεν έχει κελί, δεν έχει πόρτα η κλειδαριά, κανείς δεν με εμποδίζει να φύγω.
Φεύγω , παραμένοντας.
θα μπορούσα να πάρω δύο βαλίτσες και τον εαυτό μου και να εξαφανιστώ.
Θα μπορούσα να τα βγάλω πέρα, λίγη δουλεία εδώ και εκεί, λίγο παγκάκι,
θα τα έβγαζα πέρα, ονειρεύομαι.
Στο Σαντιάγκο ή σε ένα νησί του Ειρηνικού.
Δεν θα φύγω ποτέ.
Δεν έχω την δύναμη.
Το μόνο μου ταξίδι πια, από αυτή την φυλακή, θα είναι αυτό που φοβάμαι.
Αχ, αυτά τα πρωινά… μου έρχεται τόσο έντονη η ανάγκη της φυγής – τόσο που πιστεύω
ότι με πλημμυρίζει η βεβαιότητά της. Τώρα, λέω, τώρα θα τα παρατήσω όλα και θα φύγω.
Βλέπω τον εαυτό μου αλλού, για μία στιγμή είμαι γεμάτος και ευτυχής.
Μετά…το όνειρο φεύγει… και τι θα γινόταν δηλαδή;
Τι θα έκανα, μόνος, υπέρβαρος, μεσήλικας;
Θα έβγαζα βόλτα την κατάθλιψή μου σε άλλη γη κι άλλα μέρη;
Συνειδητοποιώ πως το όνειρο είναι μία αυταπάτη. Δεν θα άλλαζε τίποτα.
Οπότε ξαναγυρίζω στην καθημερινότητα μου.
Με συντροφιά μου το χαμόγελο που τόσο πασχίζω να κλέψω από τα χείλη των παιδιών μου,
την γυναίκα μου που τόσο λαχτάρα νιώθω να ξυπνώ δίπλα της.
Για μια στιγμή είμαι γεμάτος και ευτυχής.
http://nchatzoudis.blogspot.com/2011/01/blog-post.html
Το όνειρο της φυγής βλέπω στο βλέμμα των περισσοτέρων.
Φυγή προς την ελπίδα την άγνωστη, ως και αυτή φαντάζει καλύτερη
από την καθημερινότητα τους. Οι συζητήσεις μπλέκονταν από χώρα σε χώρα ,
στο ποια είναι καλύτερα να ζει κάποιος σήμερα.
Έτσι και εμένα με έπιασε μια τάση φυγής, φυγή στο άγνωστο.
Μια φυγή διαφορετική από αυτή που ακούω τις μέρες αυτές.
Μια φυγή πίσω στα νιάτα μου.
Μου λείπει η ανεμελιά με την οποία έπαιρνα τους δρόμους, με κάτι λίγα
στην τσέπη μου, με το δάχτυλο αναρτημένο στην άκρη του δρόμου
και κάποιες φορές με δανικά, γύριζα την Ευρώπη.
Κοιμόμασταν σε παγκάκια, σε πάρκα και στο αυτοκίνητο.
Δεν είχαμε την δυνατότητα να έχουμε κλεισμένα πολυτελή ξενοδοχεία με όλες τις ανέσεις,
κι’όμως φεύγαμε….. τώρα δεν μπορώ πια να φύγω.
Ξυπνώ το πρωί με μια γεύση ματαιότητας και μοναξιάς.
Υπάρχουν πολλά στην καθημερινότητα μου που με την σκέψη τους μόνο,
με διακατέχει μία έντονη επιθυμία απόδρασης.
Ονειρεύομαι…. ονειρεύομαι σιωπηλά, χωρίς κανείς να με πάρει χαμπάρι,
μαζεύω μερικά απαραίτητα πράγματα και εξαφανίζομαι.
Το που πάω δεν έχει σημασία και αλλάζει κάθε πρωί, άλλοτε λιάζομαι σε εξωτικά μέρη
και άλλοτε χάνομαι στην φύση η στην πολυκοσμία μιας μεγάλης εξωτικής πόλης.
Ονειρεύομαι …σημασία έχει ότι φεύγω.
Αχ… αυτή η λαχτάρα της φυγής με πονάει, πονάει όλο μου το σώμα.
Από τι φεύγω; … μα από όλα όσα με περιτριγυρίζουν.
Από την μικροαστική ρουτίνα μου, από την ανόητη καθημερινότητα μου,
από τις ηλίθιες υποχρεώσεις ενός ανώνυμου οικογενειάρχη που κάθε ώρα
κάποιος του ζητάει κάτι να κάνει η να ασχοληθεί με θέματα που δεν ξέρει και δεν τον ενδιαφέρουν.
Φεύγω, προσκολλώμενος.
Ονειρεύομαι ότι θα απομακρυνθώ από το κενό, την ύπαρξη μου.
Φεύγω ακίνητος, ονειρεύομαι…. είμαι εγκλωβισμένος σε μια φυλακή
από την οποία δεν θέλω να φύγω.
Δεν έχει κελί, δεν έχει πόρτα η κλειδαριά, κανείς δεν με εμποδίζει να φύγω.
Φεύγω , παραμένοντας.
θα μπορούσα να πάρω δύο βαλίτσες και τον εαυτό μου και να εξαφανιστώ.
Θα μπορούσα να τα βγάλω πέρα, λίγη δουλεία εδώ και εκεί, λίγο παγκάκι,
θα τα έβγαζα πέρα, ονειρεύομαι.
Στο Σαντιάγκο ή σε ένα νησί του Ειρηνικού.
Δεν θα φύγω ποτέ.
Δεν έχω την δύναμη.
Το μόνο μου ταξίδι πια, από αυτή την φυλακή, θα είναι αυτό που φοβάμαι.
Αχ, αυτά τα πρωινά… μου έρχεται τόσο έντονη η ανάγκη της φυγής – τόσο που πιστεύω
ότι με πλημμυρίζει η βεβαιότητά της. Τώρα, λέω, τώρα θα τα παρατήσω όλα και θα φύγω.
Βλέπω τον εαυτό μου αλλού, για μία στιγμή είμαι γεμάτος και ευτυχής.
Μετά…το όνειρο φεύγει… και τι θα γινόταν δηλαδή;
Τι θα έκανα, μόνος, υπέρβαρος, μεσήλικας;
Θα έβγαζα βόλτα την κατάθλιψή μου σε άλλη γη κι άλλα μέρη;
Συνειδητοποιώ πως το όνειρο είναι μία αυταπάτη. Δεν θα άλλαζε τίποτα.
Οπότε ξαναγυρίζω στην καθημερινότητα μου.
Με συντροφιά μου το χαμόγελο που τόσο πασχίζω να κλέψω από τα χείλη των παιδιών μου,
την γυναίκα μου που τόσο λαχτάρα νιώθω να ξυπνώ δίπλα της.
Για μια στιγμή είμαι γεμάτος και ευτυχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου