Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

"Εμείς είμαστε εσείς. Εγώ είμαι εσύ."

http://themotorcycleboy.blogspot.gr/2014/05/blog-post.html

Κυρίως ήταν πρόβλημα διάθεσης –αυτό ήταν. Αν έχεις κάτι όμορφο να πεις, δε βλέπεις την ώρα να το κάνεις. Αν έχεις κάτι ενδιαφέρον, σε τρώει μέχρι να το μοιραστείς με άλλους –ξέρεις τώρα, σκέφτεσαι τις εκφράσεις που θα πάρουν όταν το διαβάσουν (ή το ακούσουν) και σκέφτεσαι τις εκφράσεις που θα χρησιμοποιήσουν για να το σχολιάσουν.. Αλλά δεν υπάρχουν πλέον όμορφα πράγματα εδώ πέρα, ούτε ενδιαφέροντα. Μόνο ενοχλητικά, εκνευριστικά κι ακόμα χειρότερα… Μια αποκτήνωση τόσο πυκνή που δεν κόβεται ούτε με μπαλτά (εδώ υπάρχει μια ατυχής προσπάθεια χιούμορ μέσω της υπόθεσης Μπαλτάκου, αλλά μη δίνεις σημασία).

Όπως και να’χει, ζω σε μια χώρα η οποία γουστάρει τη μεταφορά ευθυνών και την απραξία. Κάποιοι θέλουν να καθαρίζουν για πάρτη τους τα τάγματα εφόδου των φασιστών και κάποιοι άλλοι βολεύονται με το οτι υπάρχουν τα τάγματα εφόδου των φασιστών, άρα δεν μπορούν να κάνουν τίποτα οι ίδιοι –κάτσε μέχρι να πέσουν (από μόνοι τους) οι φασίστες και μετά βλέπουμε… Κοντολογίς η επανάσταση κοντοζυγώνει από μόνη της –τώρα, αν είναι κι «εθνοσωτήριος» τι να γίνει; Εμείς ήμασταν ανέκαθεν με την επανάσταση…
Να –αυτά είναι που δε γουστάρω να γράφω. Να λέω ή να αναλύω. Με αηδιάζουν ρε παιδί μου. Γι΄αυτό και δεν τα πολυγράφω, πλέον.
Αλλά τώρα βρήκα κάτι όμορφο και ενδιαφέρον. Το οποίο βέβαια δεν συμβαίνει σε αυτή την κωλοχώρα που ζω, ούτε και πρόκειται να συμβεί για όσο ζω –και το στηρίζω αυτό σε προσωπική εμπειρία.
Το γεγονός είναι οτι στις 26 Μαϊου 2014 διαβάσαμε τα τελευταία λόγια του Υποδιοικητή Μάρκος, ξέρουμε όλοι ποιος είναι (ή μάλλον ήταν) αυτός –έτσι; Βοηθάω –λευκός, αγνώστου ταυτότητας (μέχρι πριν κάποια χρόνια τουλάχιστον) ο οποίος πέρασε μεγάλο διάστημα της ζωής του στην Τσιάπας και ειδικά στη Ζούγκλα Λακαντόνα μαζί με τους ιθαγενείς μέχρι να ξεκινήσει το Κίνημα των Ζαπατίστας. Στον στρατό των Ζαπατίστας ο ανώτερος βαθμός ήταν αυτός του Υποδιοικητή επειδή Διοικητής ήταν η Γενική Συνέλευση.
Κάνοντας έναν μικρό απολογισμό της δράσης των Ζαπατίστας ο Μάρκος λέει:
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι κάποιοι πιστεύουν πως κάναμε λάθος με την επιλογή μας αυτή – ότι δηλαδή ένας στρατός δεν μπορεί και δεν πρέπει να προσπαθεί να επιβάλλει την ειρήνη. Με πολλούς τρόπους η σκέψη αυτή είναι σωστή αλλά ο κύριος λόγος για την επιλογή μας ήταν και είναι, το γεγονός ότι με μάχες, θα καταλήγαμε να εξαφανιστούμε. Ίσως κάναμε λάθος με την επιλογή να καλλιεργήσουμε τη ζωή αντί να υμνούμε τον θάνατο.
Αλλά κάναμε αυτή την επιλογή κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο και ακούγοντας ο ένας τον άλλο – βάση της συλλογικότητας που είμαστε. Εμείς επιλέξαμε εξέγερση. Με άλλα λόγια, εμείς επιλέξαμε τη ζωή.
Γνωρίζαμε και γνωρίζουμε ότι ο θάνατος είναι απαραίτητος ώστε να υπάρξει η ζωή και ότι για να ζήσουμε πρέπει να πεθάνουμε.
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι είκοσι χρόνια μετά ότι το ‘τίποτα για μας’ (σ.σ. ολόκληρο το σύνθημα ήταν: «όλα για όλους, τίποτα για μας») , η φράση αυτή αποδείχθηκε όχι απλώς μια καλή φράση για πανό και τραγούδια, αλλά μια πραγματικότητα.
Αν η συνέπεια είναι αποτυχία, τότε η ασυνέπεια είναι ο δρόμος προς την επιτυχία – η διαδρομή προς την εξουσία. Αλλά δεν θέλουμε να πάμε εκεί. Δεν μας ενδιαφέρει. Μέσα σε αυτές τις παραμέτρους, προτιμούμε να αποτύχουμε παρά να νικήσουμε».
Η αντίστιξη των εννοιών υπήρξε αγαπημένο εκφραστικό μέσο των Ζαπατίστας. Έλεγε ο Μάρκος σε μια παλιότερη ομιλία του, περιγράφοντας το ξεκίνημα της εξέγερσης:
«…Όμως, καθώς είχαμε πάει στην πόλη, μας είδε εκεί πολύς κόσμος. Και η ανησυχία μας ήταν τι θα απογίνουν οι οικογένειες των συντρόφων, ότι θα τους κάνανε κακό, γιατί όλοι γνωρίζονται στις κοινότητες … Έτσι μας ήρθε η ιδέα να καλύψουμε τα πρόσωπά μας: άλλοι τα κάλυψαν απλώς με ένα μαντήλι και άλλοι με κουκούλες. Και πήραμε την πόλη υπό τον έλεγχό μας. Και έφτασαν δημοσιογράφοι απ΄ όλα τα μέρη, άρχισαν να τραβάνε φωτογραφίες και τότε έγινε σύμβολό μας η κουκούλα, που ήταν μαύρη γιατί έχουμε το χρώμα της γης, και έτσι αρχίζει να γίνεται γνωστό σε όλο τον κόσμο αυτό που συμβαίνει…
Όταν λοιπόν ξεσηκωθήκαμε, άρχισαν να έρχονται οι ειδήσεις του πώς είναι οι ιθαγενικές κοινότητες στην Τσιάπας και αρχίζουν όλοι να μας κοιτάνε και να ακούνε τη φωνή μας. Γι’ αυτό εμείς λέμε ότι όταν κρύψαμε τα πρόσωπά μας μάς είδαν, ενώ όταν κυκλοφορούσαμε έτσι, ‘φυσιολογικοί’, κανείς δεν μας έδινε σημασία.»
Όλα αυτά είναι όμορφα κι ο τρόπος έκφρασης του Μάρκος είναι κάμποσο ποιητικός –θα αρκούσε αυτό μόνο για να αναχθεί σε επαναστατικό λόγο σε μια εποχή που κυριαρχείται από την ανιστόρητη αποκτήνωση. Αλλά η αποχώρηση του Μάρκος συνοδεύεται από τη σημαντικότερη έκφραση του αντιεξουσιαστικού προτάγματος που έχει καταγραφεί εδώ και αιώνες.
Πρόσεξε λίγο:
«Το πρωί της 1ης Ιανουαρίου του 1994, ένας στρατός γιγάντων – ή αυτόχθονων ανταρτών – συγκλόνισαν τον κόσμο με τα βήματα τους, όταν κατέβηκαν στις πόλεις [της Τσιάπας]. Λίγες μέρες αργότερα, με το αίμα των νεκρών μας ακόμα στους δρόμους, συνειδητοποιήσαμε ότι εκείνοι στο εξωτερικό δεν μας βλέπουν. Έχοντας συνηθίσει να κοιτούν αφ’υψηλού τις κοινότητες των ιθαγενών, δεν κοίταξαν πάνω για να μας δουν, έχοντας συνηθίσει να μας βλέπουν να ταπεινωνόμαστε, οι καρδιές τους δεν καταλάβαιναν την αξιοπρεπή εξέγερση μας. Αντ’ αυτού, επικεντρώνονταν μόνο στα πρόσωπα μας ως μιγάδες, το πρόσωπο του μιγά που θα μπορούσαν να δουν όταν φοράει κουκούλα. Οι αρχηγοί μας τότε είπαν: ‘Βλέπουν μόνο τα πράγματα που είναι σύμφωνα με το δικό τους επίπεδο, όσο ασήμαντα κι αν είναι. Ας βάλουμε κάποιον στο επίπεδο τους, έτσι ώστε να μπορούν να τον δουν και, μέσω αυτού, να μπορούν να δουν και μας’.
Και έτσι ξεκίνησε ένας σύνθετος ελιγμός της απόσπασης της προσοχής: ένα μαγικό τέχνασμα που ήταν φοβερό και θαυμάσιο, μια κατεργάρικη κίνηση που ταιριάζει στην ιθαγένικη καρδιά μας. Η εγχώρια σοφία των ιθαγενών προκάλεσε τον μοντέρνο κόσμο, σε ένα από τα προπύργια της – τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η κατασκευή της προσωπικότητας που ονομάζεται Μάρκος είχε αρχίσει».
Και για όσους δεν το κατάλαβαν –συνεχίζει:
«… Σας είπα ότι τότε ξεκίνησε η κατασκευή της προσωπικότητας. Αν μου επιτρέπετε να καθορίσω την προσωπικότητα Marcos, θα ήθελα να πω χωρίς δισταγμό ότι ήταν μια μεγάλη μεταμφίεση.
Μέσα στο κίνημα, η πρόοδος των ανθρώπων ήταν εντυπωσιακή. Και αυτός είναι ο λόγος που ξεκινήσαμε το μάθημα ‘Ελευθερία Σύμφωνα με τους Ζαπατίστας’. Συνειδητοποιήσαμε ότι υπήρχε τώρα μια γενιά που θα μας κοιτάξει στα μάτια και ήταν ικανή να μας ακούει και να μιλάει για εμάς, χωρίς να περιμένει την ηγεσία ή κάποια καθοδήγηση – χωρίς να σκοπεύει να διατάξει ή να υπακούσει. Η προσωπικότητα του Μάρκος δεν ήταν πλέον αναγκαία. Το επόμενο στάδιο του αγώνα των Ζαπατίστας ήταν έτοιμο.
Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις μας και την πρακτική μας, η εξέγερση δεν χρειάζεται ηγέτες και προσωπικότητες, μεσσίες ή σωτήρες. Για να αγωνιστείς χρειάζεται μόνο να έχεις μια αίσθηση ντροπής, έναν βαθμό αξιοπρέπειας, και πολλή οργάνωση. Τα υπόλοιπα είτε εξυπηρετούν την συλλογικότητα είτε δεν εξυπηρετούν καθόλου.»
Κουβέντες, βαθυστόχαστες αναλύσεις, μπόλικη ψυχανάλυση για το ρόλο του ηγέτη –για την ανάγκη της αναφοράς του λαού σε κάτι «πέρα, πάνω και έξω» από αυτόν, παραμύθια για την «επαναστατική ωρίμανση του λαού», οδηγίες χρήσης για την «ανάπτυξη ταξικής συνείδησης» -κολοκύθια με τη ρίγανη…
Χρειάζονταν οι άνθρωποι εκεί πέρα κάποιον να βγαίνει και να τους εκπροσωπεί, κάποιον που να «μιλάει τη γλώσσα» των δυτικών Μ.Μ.Ε. κάποιον «ορατό» κι έτσι γεννήθηκε ο Μάρκος. Κι ο «Αρχηγός», ο «Φωτισμένος», ο «Ηγέτης» ήταν απλώς η βιτρίνα, το φερέφωνο του κινήματος –σκέψου κάτι πιο κοντά στον κολεκτιβισμό και την αναρχία αν μπορείς!
Αυτά δεν είναι καινούργια πράγματα για τον Μάρκος, τα έλεγε και παλιότερα προετοιμάζοντάς μας οτι κάποια στιγμή θα τα πράξει:
«Ο Μάρκος δεν υπάρχει, δεν είναι -είναι μία σκιά, είναι η κορνίζα ενός παραθύρου. Αν πίσω μου βλέπετε τους συντρόφους μου διοικητές, τους αρχηγούς μου, πρέπει να σταθείτε από την άλλη μεριά, τη μεριά των κοινοτήτων και να καταλάβετε πολύ καλά πως όταν τους βλέπουμε είναι ακριβώς ανάποδα, εκείνοι είναι μπροστά από εμάς. Αυτό το παράθυρο θα θέλαμε να χρησιμέψει για να σκύψετε πάνω σ’ αυτό που είμαστε, αυτό που υπάρχει πίσω από μένα, και πίσω από τους διοικητές μας: στους ιθαγενικούς λαούς και σ’ όλη την κατάσταση της αδικίας, της φτώχειας, της εξαθλίωσης.
Είναι επίσης ένα παράθυρο για να δουν από την άλλη πλευρά οι ιθαγενικές κοινότητες, να σκύψουν και να δουν εσάς. Για να δουν ότι η καλοσύνη και η κακία δεν έχει να κάνει με τη γλώσσα ή με το χρώμα των ματιών.
Τόση προσοχή, τόση αγωνία, τόση πίεση για κάτι που σε τελευταία ανάλυση είναι μία κουκούλα αδειανή, είναι απλά μια κακή φωτοχυσία που συγκρατεί τον αγώνα μας. Εμείς, όμως, θέλουμε να σας ζητήσουμε ένα πράγμα. Με τον κατάλληλο φωτισμό μία κορνίζα παραθύρου γίνεται και καθρέφτης. Είμαι σίγουρος ότι αν κοιτάξετε καλά θα καταφέρετε αν δείτε εσάς τους ίδιους. Και αυτό είναι που θέλουμε να σας ζητήσουμε, αυτό είναι που θέλουμε να καταλάβετε. Εμείς είμαστε εσείς. Εγώ είμαι εσύ.»
Κάπου εδώ θα ρωτήσει ο εξυπνάκιας: «δηλαδή ο Μάρκος ήταν απλώς μια μαριονέτα; ένας ηθοποιός που έπαιζε ένα ρόλο;»
Ας αφήσουμε τον ίδιο τον Υποδιοικητή να απαντήσει:
«Η σιωπή του πλήθους είπε: ‘Περίμενε, συντρόφε. Μην φεύγεις’. Αλλά ο Μάρκος δεν είχε ακόμη τελειώσει. Συνέχισε παραθέτοντας μια σειρά από νεκρούς ή εξαφανισμένους συντρόφους, και πολιτικούς και κοινωνικούς κρατούμενους από την Ατένκο, την Ostula, την Oaxaca, την Πόλη του Μεξικού, την Ιταλία, την Τσιάπας, την Ελλάδα, την Παλαιστίνη, την Chéran, την Guerrero, την Morelos, την Puebla, την Chihuahua, την Sonora, την Jalisco, την Sinaloa και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επίσης διάβασε τα ονόματα των μεταναστών και των Mapuches, λέγοντας:
‘Αυτή τη στιγμή, σε άλλα μέρη του Μεξικού και του κόσμου, ένας άνδρας, μια γυναίκα, ένας γκέι, ένα αγόρι, ένα κορίτσι, ένας γέρος, μια ηλικιωμένη γυναίκα, μια μνήμη, έχει πληγεί από κοντινή απόσταση, από ένα σύστημα που προχωρά σε αδηφάγα εγκλήματα, μαχαίρια, νεκρούς, χλευασμούς, εγκατάλειψη…
Η αδικία έχει τόσα πολλά ονόματα και προκαλεί τόσες πολλές κραυγές. Και μην ξεχνάμε ότι, ενώ ένα άτομο ψιθυρίζει, κάποιο άλλο κραυγάζει. Ακούγοντάς τους θα πρέπει να ενεργοποιηθούμε, ώστε να βρούμε μια διαδρομή που μετατρέπει την αδικία σε κάτι γόνιμο. Το μόνο που χρειάζεται είναι να χαμηλώσετε το κεφάλι σας και να ανυψώσετε την καρδιά σας.
Η δικαιοσύνη που θέλουμε είναι η συνεχής και η επίμονη αναζήτηση της αλήθειας.
Πιστεύουμε ότι είναι απαραίτητο κάποιος από μας να πεθάνει, έτσι ώστε ο Γκαλεάνο να μπορεί να ζήσει. Έτσι, έχουμε αποφασίσει ότι σήμερα, ο Marcos πρέπει να πεθάνει.
Και σε αυτές τις πέτρες που έχετε αφήσει στον τάφο του, θα μάθετε να μην πουλήσετε τον εαυτό σας, να μην παραδοθείτε και να μην ενδώσετε.’
Στις 2:08 π.μ., δηλώνω ότι ‘ο Εξεγερμένος Μάρκος – ο αυτοαποκαλούμενος υποδιοικητής από ανοξείδωτο χάλυβα – παύει να υφίσταται’.
***********************************************************
Δύο λεπτά αργότερα, μετά από κάποια χιουμοριστικά υστερόγραφα που χρησιμοποιήθηκαν για να ανυψώσουν λίγο την διάθεση, ο ‘Μάρκος’, αποχώρησε από τη σκηνή για πάντα. Τα φώτα έσβησαν και ένα κύμα χειροκροτημάτων ακολούθησε από το πλήθος των οπαδών του έκτου και από τις βάσεις στήριξης των Ζαπατίστας και των αγωνιστών.
Στιγμές αργότερα η φωνή του πρώην υποδιοικητή ακούστηκε και πάλι, αλλά εκτός σκηνής, λέγοντας: ‘Καλημέρα σύντροφοι. Το όνομά μου είναι Γκαλεάνο. Εξεγερμένος Γκαλεάνο. Μου είπαν ότι, όταν θα ήταν να γεννηθώ και πάλι, θα ήταν συλλογικά’.
***
Εξεγερμένος Γκαλεάνο.
Μεξικό Μάϊος του 2014.»
Αυτά ειπώθηκαν μέσα στ΄άλλα κι εδώ υπάρχει το πλήρες κείμενο, αν θέλεις να το διαβάσεις.
Όταν λοιπόν θα κάθεσαι και θα αναλύεις την άνοδο του φασισμού και τις κάθε λογής κλεπτοκρατίες (ωραίος προσδιορισμός, μα την αλήθεια, για να μην πεις το πραγματικό όνομα του συστήματος!) –τότε, θυμήσου ότι:
«…η εξέγερση δεν χρειάζεται ηγέτες και προσωπικότητες, μεσσίες ή σωτήρες. Για να αγωνιστείς χρειάζεται μόνο να έχεις μια αίσθηση ντροπής, έναν βαθμό αξιοπρέπειας, και πολλή οργάνωση. Τα υπόλοιπα είτε εξυπηρετούν την συλλογικότητα είτε δεν εξυπηρετούν καθόλου».
Και πού ξέρεις…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Αναγνώστες